United States or United States Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' αυτοί μη λογαριάζοντες ούτε αυτόν τον βασιλέα, ούτε άλλον, άρχισαν να φονεύουν τους ιδικούς μας ανθρώπους, όπου τους εναντιώθησαν και ευθύς άναψεν ο πόλεμος αναμεταξύ εις ημάς και εκείνους και όταν εγώ είδα ότι εθανατώθη ο πρέσβυς, και οι άνθρωποι αυτού, ομοίως και οι ιδικοί μου έμειναν φονευμένοι εις τον πόλεμον και το άλογον μου πληγωμένον ολίγον, εβάλθην εις φυγήν και όσον το άλογον ημπορούσεν απεμακρύνθην από τους ληστάς.

Ουδένα φόβον δε είχον μήπως αναγνωρισθώσι καθ' οδόν υπό των εγχωρίων, διότι εν εκείναις ταις ημέραις λησταί κ' επαναστάται περιεφέροντο ως μαύροι κόρακες εις τα βόρεια της Ελλάδος σύνορα, δεν ήτο δε παντάπασιν απροσδόκητος η αιφνιδία εμφάνισις χωροφυλάκων, καταδιωκόντων ληστάς, κ' ενίοτε ληστών, καταδιωκόντων χωροφύλακας.

Αφού δε έβαλα εις την είσοδον τον φράκτην, ο οποίος είνε πέτρα πολύ μεγάλη, και άναψα φωτιάν με το δενδρον το οποίον είχα φέρει από το βουνόν, εφάνηκαν που προσπαθούσαν να κρυφθούν• εγώ δε συνέλαβα μερικούς, ως ήτο φυσικόν, και τους έφαγα, διά να τους τιμωρήσω ως ληστάς.

Εξεκένωσαν τότε και δευτέραν φοράν τα όπλα των οι οπλοφόροι, άτινα αντήχησαν πενθίμως επί της λείας επιφανείας της θαλάσσης, αποχαιρετισμός ηχηρός προς τους απομακρυνομένους ληστάς και τας φευγούσας ελπίδας των. — Αιωνία των η μνήμη! είπεν ο δήμαρχος. Τι άλλο να είπη; Και θέλων να διασκεδάση την θλίψιν του ηγουμένου ηρώτησεν ολίγον ατόπως: — Τάλληρα ήτανε, γέροντα, ή λίρες;

Και ο απλούς κόσμος, λησμονών επί στιγμήν το αίμα το οποίον έχυσεν ο φοβερός ληστής μετά τόσης σκληρότητος, θαυμάζει την περιφρόνησίν του προς τον θάνατον και εις τα χείλη του ίσως έρχεται κανέν εκ των πολλών ασμάτων, δι' ων η λαϊκή μούσα απηθανάτισε τους μεγάλους ληστάς του παρελθόντος: Γόνα με γόνα κάθεται ο Καναδός κι' ο Γύφτος...

Ανδράρια τα οποία ορθούνται επί των τακουνιών των διά να περάσουν ως γίγαντες, ληστάς οι οποίοι περιφέρονται εις τας πόλεις με το προσωπείον εντίμων υποκειμένων. Και επειδή ο άνθρωπος έχει έμφυτον την ανάγκην του θαυμασμού, ο μικρός κόσμος δεν ευρίσκει τίποτε άλλο να θαυμάση, παρά μόνον τους εξέχοντας εις το κακόν, τους μεγάλους ληστάς.

Λόγου χάριν ο απολυτρωθείς από τους ληστάς άραγε οφείλει να λυτρώση αμοιβαίως τον λυτρωτήν του, οποιοσδήποτε και αν είναι, ή όχι ; και πάλιν άραγε εις τον συλληφθέντα πρέπει κανείς να επιστρέψη τα οφειλόμενα όταν τα ζητή, παρά με αυτά να ελευθερώση τον πατέρα του; Διότι βεβαίως ίσως είναι ορθόν να προτιμήση και από τον εαυτόν του τον πατέρα του.

Ο Θησεύς λοιπόν ηγαπήθη και ετιμήθη ουχί διά την ανδρίαν του, αλλά διά την φιλανθρωπικήν του διάθεσιν , ήτις, μεταχειρισθείσα την ανδρίαν του επ' αγαθώ των συμπατριωτών του, και από τα θηρία και από τους ληστάς και από τον αισχρόν φόρον του Μινωταύρου γενναίως ηλευθέρωσεν αυτούς.

Ω λαιμοί των αθώων Παιδιών μας, ω πλευρά Σεβάσμια των μητέρων, Γερόντων κόμαι εις τ' αίμα Αθλίως βρεγμέναι! Εκδίκησιν ζητείτε; Η φωνή σας ηκούσθη. Ποτέ εις την γην οι αθάνατοι Τους ληστάς δεν αφίνουν Ατιμωρήτους. Αν φύγωσι το δρέπανον Θανατηφόρον, φάρμακα Επί τα χείλη ευρίσκουσι Του υμεναίου, και δράκοντας Εις τα ποτήρια.

Δυστυχώς, είναι γέρων του οποίου το πνεύμα εξησθένησε και εσκοτίσθη από την ηλικίαν και τας δυστυχίας, και δι' αυτό όχι μόνον δεν με ευγνωμονεί, αλλά με κατηγορεί, όπως έμαθα από τους ομοθρήσκους του, ότι είχα συνενοηθή με τους ληστάς και έγεινα ο αίτιος των δυστυχιών του. Ιδού πώς με ανταμείβει διά τους δύο κομμένους δακτύλους μου.