United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Υπό τα ιστία όλα ανοικτά, κολπωμένα, έτοιμα να μας αναρπάσουν όλους, θαρρείς, με την σκούναν μαζί, προς τους αιθέρας. Κατευόδιον! Εις τας δύο προκυμαίας, εις την πλατείαν την υψηλήν, εις τας θύρας των μαγαζείων της αγοράς, εις τα παράθυρα των οικιών, παντού μας καμαρώνουν. — Η σκούνα! η σκούνα! — Σηκώθη η σκούνα! Και διά πυροβολισμών μας χαιρετίζουν.

Θανάση, ξύπνα· κάτσε εκεί που πάντα συνειθίζεις Και το γλυκό σου πάρε μας, Θανάση, το τραγούδι, Οπού τ' ακούγουν τα βουνά και χαίρουν, καμαρώνουν, Τ αγρίμια κ' ημερεύουνε, τα δέντρα χαμπηλώνουν, Και χύνει μόσχο-ανασασμό του βράχου το λουλούδι Γιατί σε τέτοια συλλογή κάθε χαρά να πνίξης; Η λίμνη πώς σε καρτερή τα χείληα σου ν' ανοίξης!! Και τι γλυκότερο απ' αυτό!

Κάθουνται τα βουνά και καμαρώνουν τ' Απεράθου, τωραιότερο απ' όλα τα χωριά. Η φύση όλη το καμαρώνει· ο ήλιος το γλυκοφιλά κ' οι αχτίδες του, σαν ερωτεμένες, χαδέβουν ταμπέλια τ' Απεραθιού.

Αυτά όμως πολλοί τα συνηθίζουν με τους δούλους και τους καμαρώνουν ανοήτως και δι' αυτό κάμνουν δύσκολον την συμβίωσιν και δι' εκείνους ως προς το να υποτάσσωνται και διά τον εαυτόν των ως προς το να κυριαρχούν. Η Σειρά των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, των Εκδόσεων Φέξη, υπήρξεν ένας σταθμός στα ελληνικά χρονικά.

Πού να της βρούμε της λίρες, είπε τότε η Αφέντρα, λυθείσης της γλώσσης τηςεπειδή η μοδίστρα της είχεν ειπεί, ότι η νύφες που φορούν ευρωπαΐκά δεν είνε ανάγκη να σιωπούν, ούτε να καμαρώνουν, καθώς εσυνήθιζαν η πρωτινές, που φορούσαν καβούκες κεντητές και χρυσοΰφαντα ποδογύριακαι μαλιστα ωμοίαζαν πολύ με αχελώνες, καθώς έλεγεν η μοδίστρα.

Ω! λιγάκι ελαφρότερον αίμα θα με έκαμνε τον πλέον ευτυχή υπό τον ήλιον. Τι! εκεί, όπου άλλοι με την ολίγη δύναμή τους και ευφυία καμαρώνουν μπροστά μου με τρυφερή αυταρέσκεια, απελπίζομαι εγώ περί της δυνάμεώς μου, περί των προτερημάτων μου! Καλέ Θεέ, που μου έδωκες το παν, διατί δεν εκράτησες το ήμισυ, και δεν μου έδωκες πεποίθησιν εις τον εαυτόν μου και αυτάρκειαν; Υπομονή!

Ένα το χρόνο οκτώ χρόνια αραδειαστά και γυόμελα την ύστερη φορά. Και όσα περισσότερα έκαμνε τόσον εχαλούσεν η όψη της και το κορμί της και λιγοστεύανε όσοι ήρχουνταν να την καμαρώνουν και να καλοπλερώνουν τ' αυγά, τα μαρούλια, τα σύκα και το τυρί μας. Άλλο κακό ήταν πού ήρχισαν να ολιγοστεύουν τα ψάρια, αφού κατάντησαν στη Σύρα οι ψαράδες όσοι σχεδόν και οι δικηγόροι.