United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε λοιπόν και ούτος εξαγαγών το ιδικόν του σημειωματάριον, ρυπαρόν και λαδωμένον ωσαύτως, εσημείωσε τα ποσά, τα οποία τω παρουσίασεν ο υπηρέτης, έκαμε σύντομόν τινα λογαριασμόν, εσημείωσε και την άθροισιν, κ' εφάνη λίαν ευχαριστημένος. — Κιμίκρ; Ηρώτησεν ο υπηρέτης, ως να του έλεγε: — Καλά; — Καλά! είπεν ο κυρ Δημάκης. Και διά σημείου τω υπέδειξεν, ότι αύριον αναχωρεί.

Αναχωρήσας δε εκείθεν έφθασεν εις άλλον ποταμόν του οποίου το όνομα είναι Αρτισκός και όστις ρέει διά των Οδρυσών. Εις τούτον τον ποταμόν φθάσας, έπραξε το εξής· εσημείωσε θέσιν τινά και διέταξε πάντα άνδρα διερχόμενον να θέτη ένα λίθον εις το υποδειχθέν τούτο μέρος. Αφού δε όλοι εξεπλήρωσαν την διαταγήν ταύτην, αφήσας εκεί μεγάλους σωρούς λίθων, ήγειρε τον στρατόν και ανεχώρησεν.

Εκεί Τον ευρίσκομεν κατά την παραμονήν της εορτής των Εγκαινίων, ήτις εσημείωσε το πέρας της δημοσίας εκείνης πορείας, της προορισθείσης προς πλήρη και οριστικήν ανακήρυξιν της ερχομένης βασιλείας Του.

Η θάλασσα, αξιοπρεπεστέρα του λύκου, ουδ' εσημείωσε καν την αλαζονείαν μου. Εν τούτοις εγώ την σιωπήν αυτής δεν την απέδωκα εις την ακαταδεξίαν, αλλ’ εις την αδυναμίαν της. Τα ατρεμούντα ύδατα του λιμένος μοι εφαίνοντο απολέσαντα την ευκινησίαν αυτών μόνον και μόνον ως εκ του τεραστίου βάρους του καταπιέζοντος τα στήθη των.

Αλλ' η καρδία του πατρός κατεπραΰνθη διά της υποσχέσεως του Ιησού, κ' εκοιμήθη την νύκτα εκείνην εις χωρίον τι κατά το μέσον της οδού. Την επιούσαν πρωί οι δούλοι του τον συνήντησαν, και του είπαν ότι την εβδόμην ώραν, καθ' ην είχεν ομιλήσει ο Ιησούς, ο πυρετός αφήκε τον πάσχοντα. Ήτο αύτη η δευτέρα φορά καθ' ην ο Ιησούς εσημείωσε την εις Γαλιλαίαν άφιξίν Του διά περιφανούς θαύματος.

Εκάθητο εκεί γαλήνιος, σιωπηλός, αναμετρών το κομβολόγι του ως ηγούμενος Αγιορείτης. — Ο φόρος του ελαιοκάρπου 15 χιλιάδες, επανέλαβεν η φωνή του κήρυκος έξωθεν. — Και πεντακόσιες ακόμα! Ηκούσθη τότε ο κυρ-Δημάκης, ακίνητος, ατάραχος ως δεμένη αμνάς. Ο όγκος της μηλωτής ανεσάλευσε. Χειρ εξήλθεν από τινος πτυχής, χειρ ωχρά και ασθενής. Συνέλαβε την πένναν η χειρ και εσημείωσε το ποσόν.

Όχι θα του τ' αφήσω! Ηκούσθη μακρόθεν κραυγή. Ο κυρ-Δημάκης εκινήθη ολίγον εν τη θέσει του χωρίς όμως να ξεδιπλώση τους πόδας του, οίτινες ήσαν αφανείς υπό τα μαύρον βρακίον του και μετά χάριτος μειδιών είπε: — Και πεντακόσιες! Η βαρεία μηλωτή ανεκινήθη και πάλιν και η ασθενής χειρ εσημείωσε τα νέον ποσόν, μόλις προφθάσασα να σημειώση το πρώτον.