United States or Spain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η δε μανία των επετάθη, όταν έμαθον ότι ο Καθηγητής είχε νυμφευθή εις τας Αθήνας μίαν φράγκισσαν, νέαν δυτικήν το δόγμα καταγομένην εκ Βαυαρίας. Η γραία ήρχισε να τον καταράται. Ο Αχαΐρευτος, χαΐρι και προκοπή να μην ιδή! Ηρ προήρ! καθάρια Τραμοντίνη! — Ο Τουρκανάκατος, που μυρίζει χασανιές! Το φραγκόπουλο! που τρώει της χελώνες. Έως εδώ είχον φθάσει αι γυναίκες αύται, μάνα και κόρη.

Κάτι επίεζε το στήθος του από τινος, κάτι τι βαρύ, οδυνηρόν, ωσάν προαίσθημα συμφοράς . . . Και το αίσθημα τούτο επετάθη ότε, μίαν εσπέραν, εισελθών αίφνης εις τον προθάλαμον, ήκουσε τον φίλον του να λέγη, αποτεινόμενος εις την συζυγόν του, «χρειάζεται πολλή προσοχήΈγεινεν έκτοτε σιωπηλότερος, πλέον σοβαρός· εσκέπτετο επί της φράσεως εκείνης, ήτις πολλά ηδύνατο να σημαίνη . . .

Κατ' αρχάς εφοβείτο, μη η άλλη «της ρίξη τα κορίτσια», σκοπός όστις κατορθούται διά τινων επωδών μελετωμένων όταν αναγινώσκωνται αι ευχαί του αρραβώνος αμέσως προ της κυρίως τελετής του γάμου. Ο φόβος της επετάθη κατ' αρχάς, όταν η θυγάτηρ της έτεκε θήλυ εις την πρώτην γένναν της, αλλ' εμετριάσθη όταν έκαμεν άρρεν εις την δευτέραν. Τα μάγια δεν έπιασαν, είπεν.

Η δε φιλοφροσύνη αύτη θα επετάθη ακόμη διά του τόνου και του βλέμματος του Ιησού, διό και η Παρθένος, χωρίς ποσώς να προσβληθή ή να λυπηθή, εστράφη προς τους διακονούντας και είπεν: — Ό,τι σας λέγη κάμετε.

Πάμε, αδελφή μου. — Πάμε, είπεν η νέα. — Εμείς σ' εχάσαμεν τόσην ώραν, Αϊμά. Δεν μου λες πού ήσουν; — Υπήγα εις δουλειά, εψέλλισεν η Αϊμά. — Εις τι δουλειά; — Να πλύνω. Την στιγμήν ταύτην η προσοχή του πλήθους επετάθη τα μέγιστα. Περιέμενον πάντες νακούσωσι την ιστορίαν, ης είχον γείνει αυτόπται, εν τούτοις. Αλλά το διαφέρον εστρέφετο εις άλλο σημείον.