United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εβροντούσε πέρα μακράν, και λαμπρά βροχή έπιπτε θορυβωδώς επάνω εις την γην, και η πλέον τερπνή ευωδία με όλο το μέστωμα θερμής ατμοσφαίρας ανέβαινεν έως εμάς. Η Καρολίνα εστέκετο στηριγμένη εις τον αγκώνα της· το βλέμμα της διεπέρα την χώραν, έβλεπε προς τον ουρανόν και προς εμέ, είδα τα μάτια της γεμάτα από δάκρυα, έβαλε το χέρι της επάνω στο δικό μου και είπε: Κλοπστόκ!

Επέμενα τόσον πολύ εις αυτάς τας ανοήτους λεπτομερείας, ώστε τα δόντια μου συνεκρούοντο. Και ολοέν κατήρχετο κανονικώτατα. Ησθανόμην υπερβολικήν ευχαρίστησιν να υπολογίζω την αναλογίαν μεταξύ της ταχύτητός του εκ των άνω προς τα κάτω και της πλαγίας τοιαύτης. Δεξιά-αριστερά, φεύγει ξανάρχεται με τα βελουδένια βήματα τίγρεως, ενώ αφ' ετέρου ο οξύς και βραχνώδης κρότος του διεπέρα την καρδίαν μου.

Η λευκή κόμη του είχεν ενωθεί με την γενειάδα του, και ο ήλιος ο οποίος διεπέρα τα παραπετάσματα, έλουε το λυπημένον του μέτωπον με άφθονον φως. Και της Ηρωδιάδος το μέτωπον είχε ρυτίδας. Ιστάμενοι δε απέναντι ο είς του άλλου, εβλέποντο με ύφος αγριωπόν. Τώρα οι δρόμοι των βουνών ήρχισαν να βρίθουν κόσμου. Βοσκοί εκέντριζον βους, παιδία έσυρον όνους, ιπποκόμοι ωδήγουν ίππους.

Εν τούτοις ο σκοπός του εβράδυνε να κατορθωθή, και το θάρρος ήρχισε να καταπίπτη. Νύκτα τινά, ενώ διήρχετο μόνος δάσος τι, και αι δυνάμεις του ήσαν εκλελυμέναι, καταιγίς εξερράγη, και εζήτησε να στεγασθή υπό δρυν τινα, αλλ' όμως ο όμβρος διεπέρα τους κλώνας και τον κατέβρεχεν. Ο Πλήθων την στιγμήν εκείνην ησθάνθη το άκρον άωτον της απογνώσεως, και κατηράτο ενδομύχως τον σκοπόν του.

Έχω να σου ανακοινώσω έν σπουδαίον συμβάν». Και χωρίς να αφήση τον Αντίπαν εισέδυσεν όπισθέν του εις έν σκοτεινόν διαμέρισμα. Το φως διεπέρα από έν κιγκλίδωμα και ηπλούτο επί μιας κορωνίδας. Οι τοίχοι ήσαν βαμμένοι με βαθύ ερυθρόν χρώμα, τόσον βαθύ ώστε εφαίνοντο σχεδόν μαύροι.

Ουδείς ο αγνοών ότι καθ' ην ώραν παρεδίδετο εις τας φλόγας ο Διάκος, το λείψανον του Γρηγορίου διεπέρα σώον και άφθαρτον τον Εύξεινον Πόντον και ότι το μετακομίζον το ιερόν φορτίον πλοίον του εκ Κεφαλληνίας Ιωάννου Σκλάβου, μόνον κατά την 11 Μαΐου ηγκυροβόλησεν εις Οδησσόν.

Ο Αργέστης ήστραπτεν ασθενών από καιρού εις καιρόν. Ο Σκούντας προσεπάθει να κρύπτη το πρόσωπον. Η καταιγίς προηγγέλλετο. Ψεκάδες τινές όμβρου είχον αρχίσει να πίπτωσιν. Η Αϊμά ησθάνετο το μέτωπόν της υγραινόμενον και το ψύχος διεπέρα τα φορέματά της. Ο Σκούντας την ωδήγησεν προς το μέρος της κοιλάδος, όπου ήλπιζε να εύρη μέρος τι υπήνεμον, ίνα μείνωσι μέχρι της πρωίας.