United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μια βαθιοκόκκινη πένθιμη αντιφεγγιά και κάτι μακρόσυρτοι μαύροι αχνοί σα σχισμένα κρέπια, κρεμαστά από ψηλά, άπλωναν πίσω απ’ το λόφο της Καστέλλας κι απ’τα βουνά του Δαφνιού πούχαν τώρα γίνει απόμακρα, μουντά, μολυβόμαβια, σα σκιές απ’όνειρα σβυσμένα.

Δεν ήταν και μικρό πράγμα. Όλο το γάλα του να έστυβες, να έβγαζες όλη του την πέτσα πάλι θα εζύγιζε τις δύο οκάδες. Δεν επρόφτασεν όμως να το ξεριζώση ολόκληρο κ' εσηκώθηκεν ορθός, σαν να τον εκέντησε δράκενα. Γιατί απόμακρα είδε να έρχεται όγκος θεότρομος, μαύρος και γιαλιστερός. Το φοβερό σκυλόψαρο εμυρίστηκε το αίμα κ' ερχόταν κατ' απάνω του.

Λες κ' είχε βαρεθή πια κι αφτός τη μοναξή κι άδοξη ζωή του, εβάσταε με αγωνιά στους γέρικούς του ώμους τα ρειπωμένα τα μπεντένια του, που εφάνταζαν απόμακρα ξέθωρα και θαμπά σα γέρικες σαγονιές ξεδοντιασμένες. Τα μαβρισμένα στην πολυκαιρία τα τειχιά του έγερναν φουσκωμένα καταόξω, λες κ' εκουφαναστέναζαν κάτου από το βάρος τω χρόνων και την παντοτεινή τους καταφρόνια.

Τότ' είπε στου Πηλιά το γιο ο φυλαχτής Απόλλος «Γιατί, Αχιλέα, εσύ θνητός μού τρέχεις καταπόδι εμένα τ' άλιωτου θεού; Μα τι λοιπόν, ακόμα θεός πως είμαι δε θωράς που κυνηγάς με πείσμα; 10 Σκοπό μαθές δε θάχεις πια να δεκατίζεις Τρώεςαφτοί παν τρύπωσανγια αφτό στ' απόμακρα αλαργέβεις. Μα εμένα δε μπορείς, γραφτό δε σούναι να με σφάξεις

Σούβλισαν ένα μπούτι, κι άρχισαν να το γυρίζουν απάνω στη θράκα. Σαν έγιναν όλ' αυτά ο λοχίας έκατσε πρώτος κοντά στη φωτιά, λίγο απόμακρα να μη τον παίρνη η φάκλα της φωτιάς κι είπε: — Κάτσ' τ' τόρα μπρε παιδιά! Τα παιδιά έκατσαν.