United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέλος, μετά ώραν, η γραία, καίτοι εφαίνετο απόφασιν έχουσα να μη κοιμηθή, της ήλθεν ο προδότης ο ύπνος, — ίσως δι' αυτό τούτο, ότι εκύτταζε λίαν επιμόνως την ύποπτον γυναίκα και απεκοιμήθη επάνω εις το τρίτον λάλημα του πετεινού. Το βρέφος εκλαυθμήριζεν ακόμη. Η μάμμη δεν ηγρύπνει πλέον διά ν' απαγγέλλη το μονότονον «Κοι, κοι, κοι

Προτείνεις να παρουσιαστή εις μίαν φιλοσοφικήν συζήτησιν ο Τιμοκλής με συνήγορον και ενώ ο Δάμις θα ομιλή αυτοπροσώπως και μόνος του, ο Τιμοκλής θα μεταχειρίζεται ηθοποιόν, εις τον οποίον θα χρησιμεύη ως υποβολεύς και θα του ψιθυρίζη εις το ους τας γνώμας του, εκείνος δε θα τας απαγγέλλη, χωρίς ίσως και να εννοή όσα εκείνος θα του λέγη και αυτός θα επαναλαμβάνη.

Δαβίδ Βερτολόττη αρκεί να είπωμεν ότι ήτο κατά τινα έτη νεώτερον της συζύγου του γερόντιον, διδάκτωρ των καλών &γραμμάτων&, ιππότης του Αγ. Μαυρικίου, κομψότατος, ευγενέστατος, αλλά και κατεχόμενος υπό της μανίας ν' απαγγέλλη περί παντός ζητήματος, και ιδίως καλλιτεχνικού, αυτοσχεδίους λόγους εις γλώσσαν γαλλικήν προφερομένην ιταλιστί και μάλιστα λομβαρδιστί.

Κατόπιν ο μικρός γέρων ήρχισε να διηγήται παραμύθια χειμερινά, και ν' απαγγέλλη αισθηματικά δίστιχα. Αι δύο κόραι, με το πλέξιμόν τους εις το στέρνον, τον ήκουον με το έν αυτί κ' εγέλων χωρίς όρεξιν. Ο Σταμάτης έψαλλε και τραγούδια ανάμεσα, διά να τας κάμη να διασκεδάσουν και αποσπάση τον νουν των από την τυραννούσαν σκέψιν.

Την στρεβλότητα δε ταύτην των αισθητηρίων είχε παρακολουθήσει και η στρέβλωσις του πνεύματος, ώστε κατ' αρχάς μόνον κολοβάς φράσεις κατώρθου να προφέρη, εδέησε δε να παρέλθη πολύς χρόνος μέχρις ου μάθη ν' απαγγέλλη αύθις περιόδους, και τότε εψεύδετο πλέον άνευ συνειδήσεως.

Μέχρι τέλους της ζωής αυτού ηδύνατο να απαγγέλλη αποσπάσματα εκ του Ομήρου και του Σοφοκλέους, του Βιργιλίου και του Ορατίου, του Μίλτωνος ή Σεξπήρου κλπ. Πλην της Αγγλικής και Γαλλικής, εγνώριζεν ικανώς και την Ιταλικήν και Γερμανικήν. Υπήρξε δε αυτοδίδακτος περί πάντα. Αλλ' η προσφιλεστάτη αυτού πνευματική ασχολία και τρυφή ήτο η περί τα εκκλησιαστικά σπουδή.

Αλλοιώς, θα διατάξη η πλειοψηφία. — Θα διατάξετε τον πρόεδρον; — Θα διατάξωμε τον τελάλη. — Και πού ηκούσθη αυτό να προστάττη η πλειονοψηφία τον πρόεδρον; ήρχισε ν' απαγγέλλη εν είδει λογυδρίου ο ελληνοδιδάσκαλος. Σφετερίζεσθε αλλότρια δικαιώματα. Φατριάζετε. Δεν σέβεσθε τους γεροντοτέρους σας. Ο κύριος πρόεδρος . . . . ο κύριος πρόεδρος, κύριοι, είνε . . .

Επειδή δε η τελευταία πρότασις είναι κρίσις ενός αισθητού και κυρίαρχος των πράξεων, έπεται ότι ή δεν έχει αυτήν όταν ευρίσκεται μέσα εις το πάθος του, ή την κατέχει τόσον, ώστε να μη την γνωρίζη επιστημονικώς, αλλά να την απαγγέλλη καθώς ο μεθυσμένος του Εμπεδοκλέους, αφού μάλιστα ο τελευταίος όρος δεν είναι καθολικός, ούτε φαίνεται ότι είναι ομοίως επιστημονικός όσον καθολικός.

Εν τούτοις ο Κλεινίας είχεν αποκριθή εις τον Ευθύδημον, ότι μανθάνουν όσα δεν γνωρίζουν εκείνοι που μανθάνουν. Και ο Ευθύδημος εξηκολούθησε να τον ερωτά κατά τον αυτόν τρόπον καθώς και πρότερον: — Δεν μου λέγεις, Κλεινία, γνωρίζεις τα γράμματα; — Τα γνωρίζω. — Μα όλα; — Όλα. — Αλλά όταν ένας απαγγέλλη κάτι τι, δεν απαγγέλλει γράμματα; — Βεβαίως.

Τα άλλα είνε περιττόν να τα λέγω• όταν δε έφθασα εις το δικαστήριονπαρευρίσκοντο δε ο Αιακός, ο Χάρων, αι Μοίραι και αι Εριννύεςείδα τον Πλούτωνα να κάθηται ως βασιλεύς και να απαγγέλλη τα ονόματα εκείνων, οι οποίοι είχον ήδη συμπληρώσει τον καιρόν της ζωής των.