United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετ' ολίγα λεπτά της ώρας, ο καπετάν Γεωργάκης κατεβλήθη, έκλεισε τα όμματα, κ' έπεσε σχεδόν αναίσθητος υπό την σκιάν του δένδρου. Την επαύριον, το δειλινόν, είχε πλεύσει μεγάλη σκαμπαβία με έξ κουπιά κάτω εις τον αιγιαλόν της Κεχριάς. Οι πέντε κωπηλάται ανήλθον μισής ώρας δρόμον εις το κτήμα του καπετάν Γεωργάκη. Ο έκτος είχε μείνει κάτω εις τον όρμον, διά να φυλάξη την βάρκαν.

Πάραυτα, όπως ήμην, ερρίφθην εις την θάλασσαν, πηδήσας με την κεφαλήν κάτω, από το ύψος του βράχου. Το βάθος του νερού ήτον υπέρ τα δύο αναστήματα. Έφθασα σχεδόν εις τον πυθμένα, ο οποίος ήτο αμμόστρωτος, ελεύθερος βράχων και πετρών, και δεν ήτο φόβος να κτυπήσω. Πάραυτα ανέδυν και ανήλθον εις τον αφρόν του κύματος.

Οι ημίκλειστοι οφθαλμοί μου μόλις διέκρινον έν φως μετακινούμενον ένθεν και ένθεν, το φως της κρεμαμένης λυχνίας, ήτις μεταμορφώθη εις την αποκαμούσαν διάνοιάν μου εις εκκρεμές φωτεινόν, τας κανονικάς κινήσεις του οποίου παρηκολούθουν, ότε ακούω επάνω κραυγήν γοεράν. — Αλλέστα! Ανήλθον επί του καταστρώματος ως αποδιωχθείς υπ' αγνώστου φόβου.

Όταν ανήλθον επί του καταστρώματος, έτριβον κ' επανέτριβον τους οφθαλμούς μου, έκθαμβος προ του πανοράματος εκείνου του ζωντανού, το οποίον ξετυλίσσετο ευφρόσυνον ενώπιόν μου.

Είδα το εύμορφον σώμα να παραδέρνη κάτω, πλησιέστερον εις τον βυθόν του πόντου ή εις τον αφρόν του κύματος, εγγύτερον του θανάτου ή της ζωής· εβυθίσθην, ήρπασα την κόρην εις τας αγκάλας μου και ανήλθον. Καθώς την είχα περιβάλει με τον αριστερόν βραχίονα, μου εφάνη ότι ησθάνθην ασθενή την χλιαράν πνοήν της εις την παρειάν μου.

Και οι τέσσαρες οι βαστάζοντες αυτόν, βλέποντες ότι δεν ηδύναντο να φθάσωσιν εις τον Ιησούν διά μέσου του πλήθους, ανήλθον εις την οροφήν, χθαμαλήν καθώς αι των οικιών της Ανατολής, και ανοίξαντες ρωγμήν εις την στέγην, δι' άρσεως των κεράμων, κατεβίβασαν διά σχοινιών τον κράββατον μετά του παραλυτικού, ακριβώς εις το μέρος όπου εκάθητο ο Ιησούς.

Δεν ήξευρον πού ευρισκόμεθα, όταν εκόπασεν ο άνεμος και επήλθε πως η γαλήνη. Αλλά ήτον εσπέρα· αυτό το ενόησα εκ της θέσεως του ηλίου. Και εκ της θέσεως αυτού ενόησα ότι μετ' ολίγον θα έχωμεν ωραίαν και μεγαλοπρεπή δύσιν. Ανήλθον λοιπόν εις το κατάστρωμα ευθύς ως ηδυνήθην.

Εκ του κέντρου του πλήθους των θυμάτων ανήλθον φωναί, αίτινες έψαλλον, και αντήχησεν ο ύμνος, τον οποίον διά πρώτην φοράν ήκουον εις τον ρωμαϊκόν ιππόδρομον. Ο λαός έμεινε κατάπληκτος. Οι κατάδικοι έψαλλον με τους οφθαλμούς εστραμμένους προς το καταπέτασμα. Τα πρόσωπά των ήσαν ωχρά, αλλ' εφαίνοντο εμπνευσμένα.

Πόσοι άραγε την αυτήν πρωίαν δεν ανήλθον υπερήφανοι, ως εγώ, εις το κατάστρωμα του φρουρίου εκείνου, με την καρδίαν πλήρη της αυτής πεποιθήσεως και πόσοι εντός ολίγου δεν ηναγκάσθησαν να κενώσωσιν όλον εκείνον τον στόμφον των εις τα επί τούτω προορισμένα δοχεία!

Πάραυτα από μυστικού πόθου κινούμεναι αι δύο θυγατέρες της θειά- Ζωίτσας, ανήλθον μετά προσοχής βαίνουσαι επί των λείων και ολισθηρών κλάδων του δένδρου συνηθισμέναι, διότι ανέβαινον και εσύναζον τα κάρυα.