United States or Montserrat ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι υποψήφιοι, ο Γεροντιάδης, ο Αλικιάδης, ο Αβαρίδης, ο Καψιμαΐδης και ο Χαρτουλάριος, δεχόμενοι τους χαιρετισμούς και τας χειραψίας των εντοπίων, συνοδευόμενοι από τον Μανώλην τον Πολύχρονον και από τον Λάμπρον τον Βατούλαν, οίτινες είχον ταχθή ως χωροφύλακες εκ δεξιών και αριστερών του Χαρτουλαρίου, και δεν άφιναν να κάμη βήμα, ήλθαν και έπιον καφέν εις το αυτό καφενείον του γέρο-Ακούκατου, και ακολούθως χωρισθέντες μετέβησαν ανά δύο προς τους εις προϋπάντησιν ελθόντας φίλους των.

Περί τα εκατόν παιδία του δρόμου ανυπόδητα, τα οποία είχε στρατολογήσει προς μίαν πεντάραν το έν ο Λάμπρος ο Βατούλας, δεν έπαυσαν να φωνάζουν σπαρακτικώς: Ζήτω οι καλοί πατριώταις! Ζήτω ο Αλικιάδης! Ζήτω η νοικοκυρωσύνη!

Ούτοι οι δύο εθεωρούντο παρά πάντων ως υποψήφιοι παραπληρωματικοί· οι δυνατώτεροι εκ των τεσσάρων ήσαν ο Γεροντιάδης και ο Αλικιάδης. Άλλως δε ήξιζαν, κατά την κοινήν ομολογίαν, ν' αντιπροσωπεύσωσιν οι δύο ούτοι την επαρχίαν. Ο Γεροντιάδης είχε διαπρέψει ήδη ως βουλευτής, αρνηθείς παν ρουσφέτιον εις τους μη στενούς φίλους, διά να υπηρετήση τα γενικά του έθνους συμφέροντα.

Ερρίπτοντο ακριβώς τόσαι πέτραι προς μόλωσιν της θαλάσσης, κατά τας παραμονάς εκάστης εκλογής, όσαι, αν υπελογίζετο ότι θα είχομεν βουλευτικάς εκλογάς κατά παν έτος, θα ήρκουν όπως, μετά τρεις αιώνας, μετά πέντε αιώνας το πολύ, συντελεσθή το έργον. Αλλά την φοράν ταύτην ο Αλικιάδης είχεν απόφασιν «αμέτ Μουαμέτ», να βάλη τη δουλειά εμπρός.

Αυτή τη φορά δεν είνε ο Γεροντιάδης . . . είνε ο Αλικιάδης, και δεν έχεις να κάμης με τον Μανώλην τον Πολύχρονον, έχει να κάμης μ' εμένα . . . — Όλοι το ίδιο είνε! επανέλαβε μετά πεισμονής ο μπαρμπα- Διοματάρης, αμεριμνών αν προσέβαλε κατά πρόσωπον τον Λάμπρον τον Βατούλαν. — Πως όλοι το ίδιο είνε! επανέλαβεν ο Λάμπρος.

Εις τούτον λοιπόν, τον κυρ-Μανουήλον τον Στεριωμένον είχαν δώσει πάσαν εμπιστοσύνην ο Αλικιάδης και ο Καψιμαΐδης, παραγκωνίσαντες τον Λάμπρον Βατούλαν, όστις, πλην του πλεονεκτήματος των πλησίον του Γιαννάκου του Χαρτουλαρίου εκδηλώσεών του εζήτησε να παρηγορηθή κατ' άλλον τρόπον και εκ του μέρους τούτου.

Μη μπας και θα με διορίση εμένα σε θέσι, ο Καψιμαΐδης, πώς τον λένε, κι' ο Αλικιάδης τους; — Ή ο Αβαρίδης κι' ο Γεροντιάδης; Έως εδώ ήτο η συνομιλία των πέντε εγκαρδιακών φίλων, όταν εισήλθε, διά τρίτην φοράν ήδη ο Μανώλης ο Πολύχρονος.

Ο δε Αλικιάδης είχε διατελέσει και αυτός βουλευτής άλλοτε και είχε διακριθή. Δεν ήτο άνθρωπος να πηγαίνη στα χαμένα. Ήθελε «σίγουρες δουλειές». Ήτον ικανός να εξοδεύση και δέκα πέντε χιλιάδας, και είκοσι χιλιάδας διά να επιτύχη. Αλλά δεν επετούσε τα λεπτά «στο βρόντο». Ήτο βέβαιος ότι εκλεγόμενος βουλευτής θα ωφελείτο είκοσι πέντε ή τριάντα χιλιάδας, το ολιγώτερον.

Ο Λάμπρος ήρχισε να εξηγή τον σκοπόν της επισκέψεώς του, λέγων, ότι την φοράν ταύτην, επί τέλους ευρέθη άνθρωπος να φροντίση διά την φτώχεια και να έβγαζαν βουλευτήν τον Αλικιάδην, θα έκαμναν χρυσή δουλειά, διότι αυτός ο Αλικιάδης ήτον φιλότιμος, και είχε να ζήση, και δεν είχεν ανάγκην να διορίση εις θέσεις τους ανεψιούς του και τον υιόν της κουμπάρας του, και αν έβγαινε βουλευτής, θα εφρόντιζεν αποκλειστικώς για την φτώχεια.

Ο Αλικιάδης ήτο παμπόνηρος, και τα χέρια του ωμοίαζαν με γάντζους. Δεν ειμπορούσες να του βγάλης λεπτά ούτε με το δόλωμα ούτε με το «παρασούβλι». Δεν έδιδε πέντε χωρίς να είνε βέβαιος ότι θα λάβη δέκα. Εβραίος σωστός. Ο Γιαννάκος ο Χαρτουλάριος ήτον αγαθός, «ψυχαράκι, ο καϋμένος». Πώς εφαίνετο ότι ήρχετο από μακρυά! Σωστός Κελεπούρης!