United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτή τη φορά δεν είνε ο Γεροντιάδης . . . είνε ο Αλικιάδης, και δεν έχεις να κάμης με τον Μανώλην τον Πολύχρονον, έχει να κάμης μ' εμένα . . . — Όλοι το ίδιο είνε! επανέλαβε μετά πεισμονής ο μπαρμπα- Διοματάρης, αμεριμνών αν προσέβαλε κατά πρόσωπον τον Λάμπρον τον Βατούλαν. — Πως όλοι το ίδιο είνε! επανέλαβεν ο Λάμπρος.

Και είνε τούτο έγκλημα, ύπατε Ζευ; Αλλά η μήτηρ μου αυτή, της οποίας τόσον πολύ, ως φαίνεται, προσέβαλε την θείαν αιδώ η πράξις μου, θεόν άρα μόνονδιά να μη είπω θεούςως τώρα ηγάπησε ; Θεός ήτον ο Αγχίσης ; Θεός ο Άδωνις ; Θεός ο Φάων; Συ αυτός, πάτερ θειότατε, εις του οποίου το ύψος δεν δύναται όχι να φθάση αλλά μηδέ ν' ατενίση καν η καταλαλιά, δεν ετίμησες διά του θείου σου έρωτος την Σεμέλην, την Αλκμήνην, την Ιώ, την . . .

Ολίγον μετά την αναχώρησίν αυτού ο Διομέδων έφθασεν εξ Αθηνών με δέκα πλοία και συνεφώνησε με τους Τηίους να δεχθούν τα στρατεύματά του· εκείθεν δε έφθασε παραπλέων εις Εράς, προσέβαλε την πόλιν, αλλά μη δυνηθείς να την κυριεύση ανεχώρησεν.

Και εγώ εβυθίσθην εκ νέου εις τας περί Λιγείας ονειροπολήσεις μου, ότε και πάλινβεβαιωθήτε ότι ακόμη φρικιώ ενώ χαράττω τας γραμμάς ταύταςπροσέβαλε το ους μου λυγμός από της κλίνης προερχόμενος.

Δεν θα ημπορούσα να είπω πώς κατά πρώτον η ιδέα εισεχώρησεν εις τον εγκέφαλόν μου· αλλ' αφ' ότου την συνέλαβα, με συνεκλόνισεν ημέρα και νύκτα. Αιτία δεν υπήρχε. Το πάθος δεν συνέβαλεν εις τίποτε. Αγαπούσα αυτόν τον γέροντα. Ποτέ δεν μου έκαμε κακόν. Ποτέ δεν με προσέβαλε. Το χρυσάφι του; Ποτέ μου δεν το εφθόνησα. Νομίζω, ότι επρόκειτο διά το μάτι του! Μάλιστα δι' αυτό!

Και ο μεν ταύτα ειπών και ενθαρρύνας αυτούς προσέβαλε την Λήκυθον, αφού παρήλθεν η ανακωχή· οι δε Αθηναίοι υπερησπίζοντο άνωθεν παλαιωμένων τειχών και οικιών, αι οποίαι είχαν επάλξεις.

Σου εστρώσαμεν εις το κιόσκι, μοι είπεν ενώ κατηρχόμεθα την κλίμακα. Εσύ κοιμάσαι πολύ ελαφρυά, και τα παιδιά ξυπνούν πρωί και κάμνουν πολύ θόρυβο. Γι' αυτό σ' εστρώσαμε στο κιόσκι. Όταν η μήτηρ μου ήνοιξε την θύραν του περιπτέρου, ευώδης οσμή καιομένου αρωματικού ξύλου προσέβαλε την όσφρησίν μου. Τα πάντα εν τω οικίσκω εφαίνοντο εκτάκτως ηυτρεπισμένα.

Σε ευχαριστώ διά τους λόγους σου, καλέ μου φίλε, και ειπέ μου σε παρακαλώ, ενόησες προ ολίγου ότι ο Πρωταγόρας κάπου μας προσέβαλε, λέγων ότι συζητούμεν με ένα μικρό παιδί και ότι εκμεταλλευόμεθα τον φόβον αυτού του παιδιού, ενώ συζητούμεν τα ιδικά του διδάγματα, διά τούτο τα θεωρεί αστεία και αποδίδων σπουδαιότητα εις τον πήχυν όλων των πραγμάτων μας προέτρεψε να καταγίνωμεν εις τα διδάγματά του;

Αποθανόντος του Αλυάττου, έλαβε την βασιλείαν ο υιός αυτού Κροίσος εις ηλικίαν τριάκοντα και πέντε ετών. Ούτος πρώτους εκ των Ελλήνων προσέβαλε τους Εφεσίους οίτινες πολιορκηθέντες υπ' αυτού αφιέρωσαν την πόλιν των εις την Άρτεμιν δέσαντες εις τον ναόν σχοινίον το οποίον εξέτεινον μέχρι των τειχών των. Η απόστασις δε μεταξύ της αρχαίας πόλεως ήτις επολιορκείτο και του ναού είναι επτά σταδίων.

Εκραύγασε το Χρυσώ ως να προσέβαλε τας αισθήσεις της όλας ερπετού θέα, και απέμεινε βωβή και ακίνητος η καταπλαγείσα κόρη ως απολιθωθείσα. Προς την φωνήν πρώτος έσπευσεν ο Μπάρμα-δήμαρχος, όστις εξηκολούθει επάνω ανήσυχος να βηματίζη.