United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την εξαιρετικήν ταύτην κατάστασιν επωφελούμενοι οι πέντε εγκαρδιακοί φίλοι έκοπτον μόνοι των, χωρίς να κρατώσι λογαριασμόν, όσα αγγούρια ήθελαν, είχαν δε αδειάσει ήδη ολόκληρον δαμιτζάναν του αντικρινού καπηλειού, ως μόνον πρόγευμα έχοντες χλωραίς πεπεριαίς και τομάταις με άλας.

Έπρεπε να εξατμίσει, ν' αδειάσει, αδιάφορο πως, όλο το αίσθημα της γυναίκας. Η πλημμύρα του θα τον έπνιγε. — Δεν έχω καμιά φιληνάδα ή ερωμένη έξω, είπε, μα δεν με νοιάζει. Θα γράψω ένα γράμμα στη γυναίκα και θα της πω ό,τι αισθάνομαι γι' αυτήν ή από την έλλειψη της. Πιστεύω ότι μπορώ έτσι να νομίζω ότι μιλώ με κάποια, και ότι την έχω κοντά μου και μ' ακούει.

Θα πάω να ψάξω στο σπίτι σας και μετά θα το σκάσω για τις μεγάλες πόλεις!» «Νομίζεις πως στις μεγάλες πόλεις καλοπερνάνε;», ρώτησε η ντόνα Ρουθ με ύφος σοβαρό και η ντόνα Έστερ, που είχε αδειάσει στο μεταξύ το γάλα και επέστρεφε το δοχείο στη Νατόλια με ένα νόμισμα μισής πέζας μέσα για φιλοδώρημα, σταυροκοπήθηκε: «Ο Θεός να μας φυλάει

Όλα του φαίνονταν μακρινά, όλο και πιο μακρινά, σαν να είχε μπαρκάρει και μέσα από την γκρίζα και τρικυμισμένη θάλασσα να έβλεπε να χάνεται η ξηρά στο ορίζοντα. Να όμως ο ντον Πρέντου που γυρίζει σπίτι. Είναι λιγότερο παχύς από πριν, σαν να είχε αδειάσει κάπως. Η χρυσή του καδένα κρέμεται λίγο επάνω στο στήθος του που ασθμαίνει.

Είχαν αδειάσει σιγαλά και το δεύτερο ποτήρι, κάποια καλωσύνη πλημμυρούσε τις ψυχές τους και είχαν διάθεσι νανοίξουν τις πόρτες του Παραδείσου και να βάλουν όλο τον κόσμο μέσα. — Ο Θεός είνε μεγάλος, είπαν κ' οι δύο μ' ένα στόμα. — Δεν πίνεις και κανένα κρασάσι, ευλογημένε, ξαναείπε δυνατά ο Παπα-Παρθένης. Στέγνωσε το λαρύγγι μας. Και «οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου», είπε ο Προφητάναξ.