United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και πού να ήξευραν οι ευγενείς και εύμουσοι εκείνοι αστοί ότι η πόλις των, η λευκή από των ειδωλικών μαρμάρων, η τόσον ευσεβούσα τοις ξοάνοις, ώστε και αγνώστω θεώ βωμόν να συντηρή, έμελλε διά του κηρύγματος εκείνου του ενθεαστικού ν' ανακτισθή, διά των αιμάτων των τέκνων της, λευκή πάλιν και όλη πεντελησία, αλλ' ουχί πλέον ανά ένα βωμόν έχουσα δι' έκαστον εκ των ψευδών εκείνων θεών, αλλά πολλούς ωραίους ναούς δόξαν του Ενός και Μόνου εν Τριάδι Θεού . . .

Το αίστημα αυτό κυρίευε μελαγχολικά εκείνον που καθόταν εκεί βυθισμένος στη διάθεση, που γεννούσε το μέρος αυτό, και του φαινότανε πως όλη η γήινη ευτυχία περιοριζότανε μόνο στο να ζήση εδώ, όσο να πέση το σπίτι και το παν να σκεπαστή από τάγρια φυτά και τότε ναποκοιμηθή κι αυτός με τα συντρίμματα και τα παλιά σαπισμένα δέντρα και να γίνη ένα με την άκαρπη γις, που φαινότανε σα να κουράστηκε κι αυτή να κρατά απάνω της εκείνο, που είχε τον προορισμό να συντηρή τη ζωή των καλλιεργητών της.

Ως νέος Ηλίας ενώπιον άλλου Αχαάβ, φέρων το εκ τριχών καμήλου ένδυμα και την δερματίνην ζώνην του, ο αυστηρός ερημίτης, όστις είχεν υπερβή τους όρους της φύσεως, αλλ' είξευρε να «συντηρή τους θεσμούς της δικαιοσύνης» προς τους κοινούς ανθρώπους, έστη άφοβος ενώπιον του αιμομίκτου βασιλέως. Οι λόγοι του έπεσον ως πεπυρακτωμένος σίδηρος επί της σκληράς εκείνης και παγεράς συνειδήσεως.

Της μικροτέρας ο πατήρ είχεν αποθάνει προ ολίγων μηνών· ήτο διδάσκαλος του χωρίου, όταν έζη, και τώρα η μήτηρ της, διά να ημπορή να συντηρή τα παιδιά της, είχεν αρχίσει να εργάζεται ως πλύστρα· οικογένειαι από τας Αθήνας γνώριμαί της της έστελλον ασπρόρρουχα και τα έπλενεν εις τον ποταμόν.

Αλλ' αν ερωτήση κανείς ένα εξ αυτών, ο οποίος φωνάζει περισσότερον και δεικνύει το περισσότερον θράσος και κατακρίνει τους άλλους, συ δε τι πράττεις και κατά τι, προς θεού, δυνάμεθα να είπωμεν ότι συντελείς εις την κοινήν ωφέλειαν; θ' απαντήση, εάν θέλη να είπη δίκαια και αληθή• να ταξιδεύω ή να γεωργώ, ή να υπηρετώ ως στρατιώτης ή να επαγγέλλωμαι μίαν τέχνην μου φαίνεται περιττόν• το έργον μου είνε να φωνάζω, να είμαι ρυπαρός, να λούωμαι με ψυχρόν νερόν και να περιφέρωμαι ανυπόδητος τον χειμώνα και καθώς ο Μώμος να κατηγορώ όσα οι άλλοι πράττουν• και αν κανείς εκ των πλουσίων κάμνη πολυτελείς προμηθείας διά την τράπεζάν του ή συντηρή εταίραν, το σχολιάζω και αγανακτώ• εάν δε κανείς εκ των φίλων ή των συναδέλφων μου κατάκειται άρρωστος και έχει ανάγκην βοηθείας και θεραπείας το αγνοώ.