United States or Norfolk Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ότε, εις την απήχησιν του ύμνου μου, ανέτειλεν αίφνης εκ του πενθίμου σαβάνου των αρχαίων ερειπίων της η ημέρα του τρόμου, η ημέρα της πυρκαϊάς . . . »Σμινθεύ! — πού ήσο, Σμινθεύ την ημέραν εκείνην;» Η φωνή του Νέρωνος διερράγη και οι οφθαλμοί του υγράνθησαν. Εις τα βλέφαρα των Εστιάδων ελαμπύριζαν δάκρυα.

Ως ήμην κατασκονισμένος εκ της κοπιώδους πορείας, πριν νιφθώ εις την δροσεράν πηγήν, έστην εις το κατώφλιον του ναΐσκου, παρασυρθείς υπό της γλυκείας μελωδίας του ψαλλομένου άσματος: «Μετά των αγίων ανάπαυσον. . . ». Από της θύρας, σκιαζομένης υπό τινος αγριελαίας, ηκροώμην του πενθίμου ύμνου, περιεργαζόμενος συνάμα τα εν τω μικρώ και απλώ εκείνω ευκτηρίω, το οποίον εν τω κάτω πατώματι προς την ανατολικήν πλευράν είχε προορίσει διά τα ασκητικάς προσευχάς του ο εν μακαρία τη λήξει Διονύσιος ο Λογιώτατος, ο Γέροντάς του, τελευταίος των Κολλυβάδων, αυστηρός και άκαμπτος, ανήκων εις μίαν των ισχυροτέρων οικογενειών της νήσου «ο Γέροντας» αποκαλούμενος.

Ετούτο ήτο το ελαφρότερον παράπονον κατά του πενθίμου τούτου επεισοδίου της φαιδράς άλλως πανηγύρεως του Αγ. Νικολάου. Πλην τον δεινότερον πειρασμόν διήλθεν η γειτονική της πενθούσης οικία, ήτις τελούσα εορτήν προσφιλούς μέλους της οικογενείας, Νικολάου ονομαζομένου, είχεν αντικρύ της το πένθος κατάμαυρον και σπαρακτικόν.

Αλλ' ο σωρός εκείνος των παντοειδών και αψύχων πραγμάτων διά της αφώνου και πενθίμου στάσεως του, ωμίλει ευγλωττότερον εις την γρηά-Γαλανήν. Έκαστον τούτων ωμοίαζε με βιβλίον, το οποίον περιείχε και μίαν της ζωής της περίοδον.

Και τωόντι εθραύοντο μετά πενθίμου πατάγου εν τη νεκρά εκείνη ηρεμία οι καταπλακωμένοι των ελαιών κλώνοι, κ' εθραύετο η καρδία του Μπάρμπα-Σταύρου και εκόπτοντο τα ήπατα αυτού κ' ελύγιζον τα γόνατά του. — Ερμαίς εληαίς! Εψέλλιζε πενθίμως. Και όμως επροχώρει. Και τι ήθελε κάμει ο άφρων; αλλ' ο άνθρωπος είνε πάντοτε ανόητος.

Νέαι ερωτήσεις προεκάλουν νέας απαντήσεις, αφ' ενός η ζωή εκθέτουσα τα του κόσμου, αφ' ετέρου ο θάνατος αφηγούμενος τα του άδου, φοβερά και σπαραξικάρδιος συνέντευξις εμπνέουσα απερίγραπτον τρόμον αλλά συνάμα επιχέουσα απροσδοκήτους παραμυθίας διά του ύψους και της καλλονής των αισθημάτων άτινα εγείρονται εκ της πενθίμου εκείνης παραστάσεως.

Η νεάνις μετ' ολίγον, τακτοποιήσασα πάντα, ήναψε τας κανδήλας, η γραία έρριψε θυμίαμα επί του προχείρου εκείνου θυμιατού, ήναψε τα κηρία οπού έφερε μαζί της, και προσηύχετο ενώπιον της εικόνος του Χριστού, παραπονουμένη μετά δειλίας πενθίμου: — Για πέντε συχνάτσες!

Η Θωμαή όλη χαρά πλέον, με αναλάμψασαν πάλιν και καταυγάζουσαν την ωχρόλευκον καλλονήν της, φέρουσα εις τους ώμους της, αντί του πενθίμου εκείνου σαλίου, έτερον, ινδικόν. μεταξοΰφαντον, όπερ τώρα εκόμισεν εκ των χωρών εκείνων ο σύζυγός της, ήκουε τας περιπετειώδεις διηγήσεις και τα δεινά του Λαλεμήτρου παθήματα, αφού αύτη πρότερον είχε μετά πόνου αφηγηθή προς αυτόν τας θλίψεις και τας πικρίας, τας οποίας εδοκίμασε κατά το οδυνηρόν της απουσίας του διάστημα, και την αιτίαν του ταξειδίου της.