United States or Turkey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μετέβησαν εκ του τρικλίνου εις θάλαμον παρακείμενον, και εκείθεν εις την στοάν την άγουσαν εις τα δωμάτια της Ακτής. Αι δυνάμεις της Λιγείας την είχον εγκαταλείψει τόσον, ώστε εβάρυνεν ως νεκρά εις τους βραχίονας του Ούρσου. Έφθασαν ούτω εις τα διαμερίσματα της Ακτής. Το μέρος τούτο του παλατίου ήτο ερημικόν· η μουσική και ο θόρυβος του συμποσίου έφθανον συγκεχυμένοι.

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ιδού, σιωπώ και ράβω το στόμα μου. ΕΡΜΙΟΝΗ Απάντησε εις εκείνο διά το οποίον ήλθα. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Σου απαντώ ότι δεν έχεις νουν όσον πρέπει. ΕΡΜΙΟΝΗ θα φύγης από αυτό το αγνόν τέμενος της θαλασσίας θεάς; ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Νεκρά βεβαίως. Εάν όμως δεν αποθάνω, δεν θα το αφήσω ποτέ. ΕΡΜΙΟΝΗ Αυτό είναι πλέον αποφασισμένον και δεν θα περιμείνω την επιστροφήν του συζύγου μου.

Μον έλα πες μου τώρα αφτό και μίλα την αλήθια. Γιατί έρχεσαι έτσι μόνος σου οχ το στρατό στα πλοία 385 μέσα στης νύχτας τη θολιά π' όλοι οι θνητοί κοιμάνται; Μη θες να κλέψεις άρματα απ' τα νεκρά κουφάρια, ή μη σε στέλνει ο Έχτορας τα πάντα να ξετάσεις εδώ στα πλοία; Ή τόθελες κι' από δική σου γνώμη

Ερημιά βασίλευε και νέκρα και σιγαλιά μέσα στην άσωτη κλεισούρα.

Δώσατέ μας την εποχή σας, την ακμή του έθνους σας, τη φιλολογική δίψα των συγχρόνων σας, τα μέσα σας, κ' εβλέπατε αν δεν σας αφίναμε γραπτούς Παρθενώνας. Αλλ' αν όχι γιατί ανήκουντο παρελθόν, για τη γλώσσα τους όμως τα διηγήματα αυτά ήταν καλό να μείνουντη νέκρα τους για πάντα.

Τότε η ψυχή της έπαλλε ολόκληρη από πάθος∙ ένας στρόβιλος επιθυμίας την κυρίευε διώχνοντας όλες τις θλιβερές της σκέψεις, όπως ο άνεμος περνά και γυμνώνει το δέντρο από όλα τα νεκρά φύλλα του.

Της λείπουν τα χέρια, γιατί τα παιδιά της την αφίνουν και φεύγουν, και γιατί τα ελληνικά κεφάλαια μένουν τα περισσότερα νεκρά. Αν εξακολουθήσει να γίνεται αυτό, θάρθουνε σίγουρα, σήμερα αύριο, ξένοι να εκμεταλλευτούν τον τόπο μας. Κοιτάξετε, άρχισε να γίνεται αυτό που λέμε. Οι Γερμανοί με τα όλα τους, σαν ακρίδες, έπεσαν στη Μικρασία.

Μα όσο επλησίαζαν, η μελωδία αδυνάτιζε, στο τέλος έπαψε, κι' όταν επλεύρισαν, τα χέρια του Τριστάνου είχανε πέσει νεκρά απάνω στης χορδές που έφρισσαν ακόμη. Τον επεριμάζεψαν και γύρισαν ατό λιμάνι για να παραδώσουν τον πληγωμένο στην σπλαχνική κυρία τους που ίσως θα μπορούσε να τον γιατρέψη. Αλλοίμονο!

Έβγαλε το καπέλλο του, προχώρησε, στάθηκε κοντά στο λείψανο και σταύρωσε τα χέρια. — Κείσαι λοιπόν νεκρά, ω μήτερ Θεών και κοιτίς ημιθέων! είπε άξαφνα με βροντερή και άτρεμη φωνή. Ναι κείσαι! επρόσθεσε κατεβάζοντας στο λείψανο το χέρι του και κυττάζοντας αυστηρά όλους.

Ο φονικός σκοπός μου το σχήμ' αυτό τ' ανύπαρκτοντα 'μάτια μου λαμβάνει!... αυτήν την ώραν της νυκτόςτο ήμισυ της σφαίρας η φύσις φαίνετ' ως νεκρά, — κ' εξαπατούν τον ύπνον όνειρα τώρα τρομερά μέσ' 'ς τα σκεπάσματά του. Τώρα γυρνούν Εξωτικά, κ' εις την χλωμήν Εκάτην προσφέρουν την λατρείαν των.