United States or Djibouti ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πότε; όταν κερδήσωμεν το λαχείον; — Λαχείον είπες; α! ναι, είδες; . . . λέγει ο σύζυγος, και αφίνων αίφνης τα χαρτιά επί της τραπέζης, προσθέτει μετά μικράν τινα σκέψινΤι έκαμες ταις πέντε προμέσαις που σου έδωκα ταις προάλλαις; — Ταις εφύλαξα. Α! έδωκα μίαν της καϋμένης της μαγείρισσας!

Και ετρυπούσαν τα δάκτυλα με την σακκορράφαν το παπούτσι της μαγείρισσας, το οποίον είχε σκάσει και έπρεπε να ραφθή. — Αυτή είναι πρόστυχη εργασία, έλεγεν η σακκορράφα. Δεν ημπορώ να τρυπήσω αυτό το δέρμα. Θα σπάσω ! Θα σπάσω ! Και τω όντι έσπασε. — Δεν το έλεγα; είπεν η σακκορράφα. Είμαι τόσον λεπτή. Τα δε δάκτυλα είπαν: — Χωρίς μύτην βελόνη δεν αξίζει. Είναι διά πέταμα.

Εις τι εκστάσεις έπλεα, σαν νάπινα χασίς. πότε του πάθους έρμαιον και άλλοτε της κνίσσας . . . Αν ποικιλίαν θέλετε 'στον έρωτα και σεις, να ρίχνετε καμμιά ματιά και εις τας μαγειρίσσας.

Και εγελούσε μέσα της· αλλά δεν ημπορεί κανείς να καταλάβη πότε γελά μία σακκορράφα. Και από το στήθος της μαγείρισσας εκύταζεν αριστερά και δεξιά, κορδωμένη και υπερήφανη. — Του λόγου σου τι είσαι; ηρώτησε την γειτόνισσαν της, την μικράν καρφίτσαν. Είσαι από μάλαγμα; Μου αρέσει η περίεργη κεφαλή σου. Κρίμα μόνον ότι είσαι τόσο μικρά. Αλλά δεν είναι του καθενός να έχη κεφαλήν από βουλοκέρι.

Ταραγμένη, τρομαγμένη, άλλοτες έξω φρενών κι' άλλοτε έτοιμη να πεθάνω από αδυναμία, είχα το κεφάλι μου γεμάτο από τη σφαγή του πατέρα μου, της μητέρας μου, του αδερφού μου, γεμάτο από το θράσος του βούλγαρου παλιοστρατιώτη, από τη μαχαιριά, που μούδωσε, από τη σκλαβιά μου, από το επάγγελμά μου της μαγείρισσας, από τον Βούλγαρο αξιωματικό μου, από τον άθλιό μου δον Ισσάχαρ, από το σιχαμερό μου Ιεροξεταστή, από το κρέμασμα του δόχτορα Παγγλώσση, από το μεγάλο αυτό miswerer το μουρμουριστό ενώ σας μαστιγώνανε, και προ πάντων από το φιλί, που σας έδωσα πίσω από το παραβάν την ημέρα, που σας είχα δει για τελευταία φορά.