United States or India ? Vote for the TOP Country of the Week !


'Πάγω λοιπόντον Όλυμπον τον καταχιονισμένον Εγώ, να 'πώ τον λόγον σου εις τον αστράφτην Δία, Αν πείθεται· και κάθου τώρ' εις τα γοργά καράβια· Και κάκιωνε τους Αχαιούς, και παύσ' απ' τους πολέμους.

Τότε απαντάει ο Βρύπυλος, ο λαβωμένος άντρας «Όχι, άρχοντά μου Πάτροκλε, ολπίδα πια οι Αργίτες δεν έχουν, μον μες στα γοργά θα πέσουνε καράβια· γιατί όλοι εκείνοι, όσοι είταν πριν οι πιο καλοί μας, όλοι 825 σακατεμένοι κοίτουνται στα πλοία από κοντάρι ή σπάθα οχτρών, και πάντα αφτών πληθαίνει η δύναμη τους.

Άιντε να βρης ψωμί! κ' εκείνο το καϋμένο πήγε με τα καράβια· με χρόνια έγεινε ακουστός ο Παπα-Δράκος ο γυιος της Παπα-Δράκαινας μέσατα τσούρμα των καραβιών, 'ς τα πληρώματα καθώς λένε τώρα. Άξιος κ' επιδέξιος ναύτης, φημισμένος για την αποκοτιά του. Μα ήτανε άτυχος. Με όποιο καράβι μπαρκάριζε, κινδυνεύανε πάντοτε, και αυτόν, ως απόκοτον, έστελναν πάντοτετον Αράπη.

Δουλειά και διασκέδασι. Τάχα μήπως ήμουν μόνος εγώ; Όλος ο ναυτόκοσμος έτσι δέρνεται. Έκαμα σε τόσα καράβια· είδα και τους ξένους, μα δεν εζήλεψα την τύχη τους. Παντού ίδια η ζωή του ναύτη. Βρισές από τον καπετάνιο, από τον φορτωτή καταφρόνια, φοβέρες από τη θάλασσα, σπρωξίματ' από τη στεριά. Όπου και να γυρίσης στα κόντρα βρίσκεσαι.

Έτσ' είπε· και ο Πάτροκλοςτον φίλον τ' υποτάχθη· Και την ευμορφομάγουλην εβγάζοντας Βρισίδα Απ' την σκηνήν, την έδωκε, διά να την πηγαίνουν. Κι' αυτοί οπίσω κίνησαν 'ς τ' Αχαϊκά καράβια· Και η γυναίκ' αθέλητα επήγαινε μαζί τους.

Κι' απ' του Ολύμπου ταις κορφαίς κατέβη θυμωμένος, Έχοντας εις τους ώμους του δοξάρι και φαρέτραν. Κ' εις τον θυμόν κινούμενος, βρόντιξαν η σαΐτεςτους ώμους του· κ' επήγαινεν, ομοιάζοντας σαν νύχτα. Εκάθησε τότ' έπειτα μακριά 'πό τα καράβια· Και μετά τούτο έρριξε κατοπινά σαΐταν· Κ' έγινε βρόντος τρομερός απ' τ' αργυρό δοξάρι. Πρώτα ταις μούλαις λάβωσε, και τους γοργούς τους σκύλους.