United States or Faroe Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η ιδέα ότι παλαίεις μόνος κατά του πόνου και του θανάτου, έχει τι το δυνάμενον να ικανοποιήση την φιλοτιμίαν σου. Σου παρέχει ευκαιρίαν να παρομοιάσης τον εαυτόν σου προς τον μεγάλον ήρωα του Αισχύλου, τον Προμηθέα Δεσμώτην, όστις απέμεινε κ' εκείνος επί του ερήμου βράχου του μόνος μετά του σπαράσσοντος το ήπαρ του γυπός, αφού τον εγκατέλειψαν αι άσπλαγχνοι Ωκεανίδες.

Απήντησε, στενάξασα, η γρηά Αχτίτσα, προσπαθούσα να ημιεγερθή από του σακκίου. — Έλα τώρα! ήρχισε παραπονουμένη η Φουλίτσα. Πώς να βρέξης το στόμα σου! Και απέμεινε κατηφής, ως ει εμέτρει έναν-έναν τους κόμβους, τους οποίους τόσον φιλαργύρως, ως να ήσαν αδάμαντες, παρείχεν εις τον διψώντα του Βασίλη η βρύσις.

Φράγκοι, και τι θέλεις να είνε; — Αλλά πώς οι φράγκοι κατατρέχουν τους φράγκους; — Δεν κατατρέχουν τους φράγκους, αλλά ταις φράγκισσαις. Ο Θευδάς ηναγκάσθη να πεισθή, μη έχων άλλο επιχείρημα να προτείνη. Επί δυο ώρας συνομιλών με τον Τρέκλαν είχεν εξαντλήσει πάσαν την προμήθειαν αυτού. Εν τούτοις τελευταίος τις δισταγμός τω απέμεινε. — Αλήθεια, εις την ψυχή σου μου τα λες αυτά; είπε.

Εκραύγασε το Χρυσώ ως να προσέβαλε τας αισθήσεις της όλας ερπετού θέα, και απέμεινε βωβή και ακίνητος η καταπλαγείσα κόρη ως απολιθωθείσα. Προς την φωνήν πρώτος έσπευσεν ο Μπάρμα-δήμαρχος, όστις εξηκολούθει επάνω ανήσυχος να βηματίζη.

Μονάχα ένα κομμάτι απέμεινε ψηλάτης κόφαις κ' ενόμιζε λες κ' ήτανε σκιάχτρο για της κουρούναιςτα μποστάνια. Ο καπετάν-Φώκας τότες τάχασεν. Εγονάτισε και δεν μπορούσε ούτε το σταυρό του να κάμη. Γυναίκα, γυναικούλα μου! έκλαιε. Τα κύματα την επήραν πλεια από κάτω την σκούνα. Η κουβέρτα σαρώθηκε.

Αφού δε τα παιδία ετραγάνισαν και το έσχατον φαγώσιμον οστούν του ταβά, σκυθρωπάζοντος ευλόγως του παρισταμένου μολοσσού, εις ον σκληρός απέμεινε κλήρος ό,τι μόνον απρόσιτον εις παίδων οδόνταςκαι αποσμήχοντα διά ψωμίου το πήλινον σκεύος εγάνωσαν αυτό λάμπον και στίλβον, ο κυρ Δημήτρης εμοίρασεν ακριβοδικαίως τα τρωγάλια εις τα τέκνα του, εστράγγισεν εις το ποτήριόν του το κατάλοιπον της μελαψής φιάλης, και σπογγίσας διά της παλάμης τον μύστακα, είπεν εις την σύμβιόν του εν αληθεί ευφροσύνη·

Ο πολιός εφημέριος απέμεινε σύννους. Εσκέφθη πολύ. Επηκολούθησε μικρά σιωπή. Εις την ψυχήν του παπά-Κονόμου αντηλλάγησαν πολλαί υποθέσεις. Εις τον νουν του εσχηματίσθησαν πολλά συμπεράσματα. Το αποτρόπαιον βρυκολάκιασμα όμως ήρχισε να διαλύεται ολίγον κατ' ολίγον, και η ωραία οπτασία του βοσκού απετέλεσε την βάσιν μιας γλυκητάτης υποθέσεως μέσα εις τον νουν του ιερέως.

Η δε θειά-Ζωίτσα απέμεινε χήρα με μίαν ωραίαν άμπελον, μοναστηριακήν και αυτήν, «Αη-Χαραλαμπήτικην», με τ' όνομα, εις την Αμμουδιά, φέρουσαν μίαν παχύσκιον καρυδέαν εν μέσω, την οποίαν ο πατέρας της είχεν αγοράσει κατά την πρώτην διάλυσιν των ιερών μονών, λεπτομέρειαν άγνωστον εις την ανήλικον τότε κόρην, και μίαν οικίαν, τα προικιά της, τα οποία δεν ηδυνήθη να κατάσχη ο άσπλαγχνος δανειστής προς τελείαν εξόφλησιν.

Και δόξα τω Θεώ, είμαι εις θέσιν να το κάμω, και ούτε αδικώ κανένα κατόπιν μου, αν κάμω όσον ζω την ευχαρίστησίν μου. Και τι ευχαρίστησις μου απέμεινε της πτωχής, παρά να βοηθώ όσον ημπορώ τους άλλους. Άφησέ τα, Γιάννη, αυτά! Να σ' αξιώση ο Θεός να ιδής το φως σου, και τότε θα είμαι με το παραπάνω πληρωμένη, αν σου έκαμα και τίποτε! — Δεν θα ιδώ το φως μου! εψιθύρισεν ο γέρων.

Αλλ' όσα δύναται τις να εκφράση διά του ελλιπεστάτου τούτου λεξιλογίου είναι τόσον ολίγα, ώστε ταχέως αποκάμνει αναγκαζόμενος να θυσιάζη τας πλείστας και πολλάκις τας καλλίστας των ιδεών αυτού προς αποφυγήν γλωσσικής αηδίας. Περί τον Παγανίνη λέγεται ότι κατώρθωσε να θέλξη τους ακροατάς αυτού διά βιολίου εις το οποίον μία μόνη απέμεινε χορδή.