United States or Guam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χωρίς να τολμήσωσι να εισέλθωσι, δι' ελαφρών συριγμών προσεπάθουν να παροξύνωσι τας ενεργείας του Πρωτογύφτου, συνιστώντες αυτώ ταχύτητα. Ο δε Μάχτος απεπειράτο να εμποδίση τον πατέρα του, καίπερ αγνοών τι εσκόπει να πράξη ούτος. Ο Πρωτόγυφτον είλκυσε την Αϊμάν σφοδρώς από του βραχίονος. — Σηκώσου, κορίτσι, γρήγορα, είπεν. Δεν έχομεν καιρόν διά χάσιμο. Γμου! Χμου!...

Ο Πιλάτος προφανώς εσκόπει δικαστικήν εξέτασιν· εκείνοι επερίμενον μόνον άδειαν να φονεύσωσι, και να φονεύσωσιν ουχί δι' ιουδαϊκής μεθόδου εκτελέσεως, αλλά δι' άλλης την οποίαν εθεώρουν ως φρικωδεστέραν και μάλλον επάρατον.

Γαβριήλ ο Γκάγκας θείος της και μητροπολίτης εν Λαρίσση μαθών ότι η τίγρις της Ηπείρου εσκόπει την διαφθοράν αυτής παρθένου εισέτι ούσης, συνέζευξεν αυτήν μετά Δημητρίου τινός πλουσίου εμπόρου. Δύο τέκνα άρρενα ήσαν ο καρπός του γάμου τούτου, ότε ο Δημήτριος χάριν εμπορίου μετέβη εις Βενετίαν.

Εκάλεσε τότε ο Αγαμέμνωντην σύζυγόν του Κληταιμνήστραν να φέρη εκ Μυκηνών εις Αυλίδα την Ιφιγένειαν επί τη προφάσει ότι εσκόπει να δώση αυτήν εις γάμον προς τον Αχιλλέα, πράγματι όμως προτιθέμενος να υπακούση εις της θεάς την θέλησιν. Τούτο δε και συνέβη αληθώς.

Ο μοναχός απήλθε χωρίς να προφέρη άλλην λέξιν. Και είδες πάλιν να σκυθρωπάση ο δεκατιστής. Και ενώ εσκόπει κατ' αρχάς ν' αναπαυθή ολίγον, διότι ησθάνετο κόπωσιν και εξάντλησιν των δυνάμεων, νυν, ταραχθείς, αφήκε πλήρες το ποτήριον, ηγέρθη, και συνεχώς έβλεπεν από τινος θυρίδος το πέλαγος. — Είδες τι μου έκαμαν τ' ακρογιαλά!

Ο Σουσαμάκης, εννοών να πανηγυρίση τους γάμους του και την γιορτήν του, ουδόλως εσκόπει να δώση εκ των τυπικών εκείνων συναναστροφών, καθ' ας οι προσκεκλημένοι πίνουσιν έν κύπελλον τεΐουοι τολμηρότεροι και δύο, — βρέχουσιν εντός αυτού έν ή δύο μικροσκοπικά παξιμαδάκια, χορεύουσι πολλοί κυμβαλιζόντων ολίγων, και απέρχονται τέλος περί τας δύο ή τρείς μετά το μεσονύκτιον, κάθιδροι, κατάκοποι, λιμώττοντες και διψώντες.

Εσκέπτετο επί μακρόν, τι άρα εσκόπει ο παράδοξος εκείνος άνθρωπος, και ποίον συμφέρον ηδύνατο να έχη, όπως πείση τον Πρωτόγυφτον να μεταβή εις την κατοικίαν του μάγου, ή του άρχοντος, ως τον ονόμαζεν.