United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δράκοντας βγάζει, μια τελευταία φορά, το φρικτό μουγκρητό του και ψοφάει. Ο Τριστάνος τούκοψε την γλώσσα και την έβαλε μέσα στη μπότα του. Έπειτα, ζαλισμένος από τον καυτερό καπνό, τράβηξε, για να πιή, σ' ένα λάκκο με νερό στάσιμο που έβλεπε να γυαλίζη λίγο πάρα πέρα.

Μα αφτός γιομάτος θάρρος πάντα πότε όρμαε στο σωρό, πότε έστεκε αλυχτώντας τρομαχτικά, μα πίσω πια δε σάλεβε ούτε βήμα. 160 Κι' όπως λιοντάρι που ψοφάει της πείνας δε μπορούνε βοσκοί λαγκαδοκοίμητοι από σφαχτό να διώξουν, έτσι κι' οι Αίιδες, οι διο χαλκόφραχτοι ασπιστάδες, τον Έχτορα απ' τον Πάτροκλο να σκιάξουν δε μπορούσαν.

Τότε ο Δράκοντας ξέρασε από τα ρουθούνια ένα διπλόν πίδακα φαρμακερές φωτιές: Ο θώρακας του Τριστάνου μαυρίζει σαν σβυμένο κάρβουνο, τ' άλογο του κυλιέται χάμου και ψοφάει. Αλλά ο Τριστάνος ξανασηκώνεται αμέσως και χώνει το γερό ξίφος του μέσα στο στόμα του θηρίου: το ξίφος περνάει πέρα για πέρα και του κόβει την καρδιά στα δύο.

Ένας Ευμορφόπουλος ψοφάει της πείνας μα δε δουλεύει τους δούλους του· όχιδεν τους δουλεύει! Και σηκώνοντας το κεφάλι περήφανα, εβάδισε αργά και μεγαλόπρεπα και μπήκε στο γραφείο του, σκυλοβρίζοντας το Θεομίσητο και τη γενιά του.

8 Ιουλίου. Τι παιδί που είναι ο άνθρωπος! Πόσο ψοφάει για μια ματιά! Τι παιδί που είναι! Είχαμε πάει εις το Βαλάιμ. Τότε από την θυρίδα της αμάξης μιλούσαν με τα παλληκάρια, που ήσαν βεβαίως αρκετά ελαφρά και μάταια. — Εζητούσα τα μάτια της Καρολίνας· αχ! εγύριζαν από τον ένα εις τον άλλον!