United States or Sint Maarten ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί καταστενοχωριώμουν για τ' αργοβάδισμα τ' αλόγου μου, για την ορμή του ανέμου, για τες τουλούπες του χιονιού, πώδερναν το πρόσωπό μου, για το κρύο π' άρχισε να μ' αναιβαίνη, από τα ποδάρια ως την καρδιά, και να μου τρυπάη τα κόκκαλα, και για τον ατέλειωτο δρόμο, κι' εκεί βρισκόμουν ήσυχος- ήσυχος στη ζεστή και γλυκή αγκαλιά της υπομονής, και στοχαζόμουν τη στιγμή, που θάμπαινα στο σπίτι μου, τι χαρά θα έκανε η μαννούλα μου, που μώγραφε στο υστερνό της γράμμα, ότι τα συμφώνησε με τον Χάρο να την καρτερέση ως να με δεχτή πρώτα από τα Ξένα, κι' ύστερα να του παραδώση την ψυχή της.

Κένταγε κι’ ωριοκένταγε μεταξωτό μαντήλι, Που είταν ψιλό και διάφανο, σα φεγγαριού αχτίδα, Πούχε το χρώμα του χιονιού, του Ήλιου τη λαμπράδα, Μαντήλι μοσκομάντηλο, μαντήλι της αγάπης, Που θάδινε του Κωσταντή, του αρραβωνιαστικού της, Τη μέρα, που θα φόρεγαν τα τίμια τους στεφάνια, Και θα τους βλόγαε ο παπάς με το δεξί του χέρι, Μπρος το Βαγγέλιο το ιερό και μπρος στην Παναγία, Και στον αφέντη το Χριστό και σ’ όλους τους Αγίους.

Έστεκε το ένα με κάποιο συγνεφάκι στην κορφή· το άλλο με ζωνάρι ομίχλης στη μέση· το εδώθε με κροκκοβαμμένο μέτωπο· το εκείθε καστροστεφανωμένο· το παρακεί με κάτασπρο χωριδάκι, σαν απλοχεριά χιονιού που ελησμονήθηκε στη λακκούλα του. Και πέρα στη θάλασσα, σε μεταξωτό παραπέτασμα τα καράβια κοντυλογραμμένα επήγαιναν οκνά και ο μαύρος καπνός των βαποριών εψήλωνε κ' έσβυνε σε χρυσόξανθες τουλούπες.