United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσο να ξεχιονίσουμε την πόρτα που παιδευόμαστε δύο ώραις με της τσάπες και με τα φτυάρια, η σκεπή που ήταν καταφορτωμένη απ' τα χιόνια έπεφτε κρακ, και μας πλάκωνε. Τα δύο παιδία τα οποία είχαν χάσει την ευθυμίαν των, και ήσαν έτοιμα να κλαύσωσιν, ύψωσαν ακουσίως τους οφθαλμούς προς την οροφήν, την οποίαν είχε δείξει διηγουμένη και άμα χειρονομούσα η γραία.

Αύτη παρετήρησε την πολυπραγμοσύνην ταύτην του οδοιπόρου. Ο γέρων ουδέν είδε. — Θα μου κάμης μερικαίς παραγγελίαις; επανέλαβεν ο ξένος. — Τι παραγγελίαις; — Της τέχνης σου. — Σαν τι; — Από πολλά είδη. — Λέγε. — Κάμνεις σύρταις και μάνδαλα διά ταις πόρταις; — Κάμνω. — Σιδηροσιαίς διά θεμέλια; — Κάμνω. — Λωστούς, δικέλλια, φτυάρια; — Κάμνω. — Κλειδαριές, καρφιά, ρεζέδες;

Και ρίχνοντας την πρώτη φτυαριά το χώμα έλεγε γελώντας ο νεκροθάφτης: «Μια φορά κ' έναν καιρό ήτανε ένα αγαπημένο αντρόγυνο....» Την ώρα που λιγοθυμάει το φως πάνω στα νυσταγμένα τα λουλούδια και στα κοιμισμένα τα νερά, βγαίνει από το παλάτι της η Πεντάμορφη.

Είχα μια φίλη, που ήτανε το παν για μένα στην λησμονημένη νεότητά μου· αυτή πέθανε και εγώ ακολούθησα το λείψανό της και στεκόμουνα στον τάφο, όταν κατέβαζαν το φέρετρο, και τα σχοινιά έτριζαν, εχαλαρώνοντο και ανεσύροντο· όταν έπειτα έπεφτε η φτυαριά, το χώμα και το πένθιμο φέρετρο έδινε ένα σιγανό ήχο που γινότανε ολοένα σιγανώτερος ως ότου στο τέλος σκεπάστηκε εντελώς.