United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τους δύο εκ των κωπηλατών, ψαράδες του γιαλού, όπου ήσαν άνθρωποί του και λίαν αφωσιωμένοι εις αυτόν, τους έπεισε ν' ανέλθωσι τον ανήφορονυψηλόν, απότομον, πετρώδη, όπου έφερεν από τον Γιαλόν εις το Κάστρον, υποκάτω στην γέφυραν του Κάστρου, από άσχιστον αγριόξυλον, παρά το χάσμα, όπου έχαινεν άβυσσος και κρημνός, όπου έπιανε πάντα άνθρωπον ίλιγγος και σκοτοδίνη.

Μετά μικρόν την κατέλαβε σκοτοδίνη ως τον χορεύσαντα επί πολλάς ώρας καρτσιλαμάν και προσκρούσασα επί τινος χόρτου, εκυλίσθη μετά δούπου χαμαί. Τα παιδία εν τούτοις έφευγον μετά τάχους. Από καιρού εις καιρόν έστρεφον προς τα οπίσω την κεφαλήν και ως να έβλεπεν φοβερόν δράκοντα απειλούντα να εκμυζήση το αίμα των, έτεινον όσον ηδύναντο τους μικρούς των πόδας και κατέβαλλον όλας των τας δυνάμεις.

Αλλά τότε αιφνιδίως η πλέον θανάσιμος σκοτοδίνη με κατέλαβεν· ησθάνθην όλον το νευρικόν μου σύστημα να συνδονήται, ως να ευρίσκετο εις επικοινωνίαν με ηλεκτρικήν συστοιχίαν, και τα αγγελικά οράματα μετεμορφώθησαν εις φάσματα κενά εννοίας, εις φάσματα από φλόγας, από τας οποίας ορατώς δεν ημπορούσα να ελπίζω καμμίαν βοήθειαν.

Του ήλθε ωσάν ελαφρά σκοτοδίνη μία αλόκοτος φρικίασις . . . έφερε την χείρα εις το μέτωπον, ως να ήθελε να συγκεντρώση τας σκέψεις του, αίτινες έφευγον ανυπότακτοι. Έρριψε τα βλέμματά του επί του πλοιάρχου και φίλου του, όστις τον παρετήρει μειδιών ελαφρώς. — Καπετάν Γιάννη, εψιθύρισε, δε μου μιλείς πιο καθαρά; — Είνε πολύς καιρός που συλλογούμε να σου κάμω μια πρότασι.

Εν τω μεταξύ η νέα γυνή είχεν αρπάσει από των χειρών της Αϊμάς το κάνεον με τα ενδύματα και έφυγεν. Η παιδίσκη διατελούσα εν σκοτοδίνη δεν ηδυνήθη ναντιστή, ουδ' απεπειράθη τούτο. — Έτσι δα, αρχοντοπούλα γύφτισσα, έκραξε μανιώδης η γυνή. Μου τα πήρες, σου τα παίρνω. Είμεθα ίσα ίσα. — Πώς παίρνεις τα ρούχα; έκραξεν ο ξένος ορμήσας να αρπάση το κάνεον.

Είτα διά το ασφαλέστερον, κατήλθεν ακόμη χθαμαλώτερον προς τον αιγιαλόν, και πάλιν ήρχισεν ελαφρά και γοργά πατών ν' ανέρχηται προς την γέφυραν του Κάστρου. Ευρίσκετο ενώπιον του φρουρίου. Φοβερόν βραχώδες βάραθρον, όπου ίλιγγος και σκοτοδίνη κυριεύει τον άνθρωπον, άβυσσος ξηρά αιωρουμένη υπεράνω της υγράς αβύσσου χάσκει υπό την γέφυραν.