United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν τους πρόφταινε σιτάρι και προμήθειες ο Αυτοκράτορας, που τους φέρθηκε τότες κάμποσο φιλάνθρωπα. Οι αρχηγοί του όμως, άφησε που τους κακομεταχειρίζουνταν, τους ξέγδυναν κιόλας. Μια λίτρα ψωμί, ένας σκλάβος· μια λίτρα κρέας, άλλο τόσο μάλαμα. Ώσπου κατάντησαν οι δύστυχοι οι Γότθοι να πουλούν τα παιδιά τους σκλάβουςσταλήθεια, κι όχι πια μεταφορικάγια ένα κομμάτι ψωμί.

Εστάθη υπερβολική η αγαλλίασίς μου, όταν εσυναπάντησα τον σκλάβον. Ακριβέ μου φίλε, του είπα χαρίζοντάς του ένα δαχτυλίδιον πολύτιμον, φανέρωσέ μου την κατάστασίν της Γαντζάδας, η οποία πάντα μου εστάθη ακριβή, με όλα εκείνα που μου έκαμεν· ευρίσκεται αυτή εις την ίδιαν στάσιν που την αφήκα; Όχι, ω αυθέντη μου, απεκρίθη ο σκλάβος· τα πράγματά της εμεταβάλθηκαν πολύ εδώ και δύο μήνες.

Αχ, ταλαίπωρη, της λέγει, με τέτοιον τρόπον ανταμοίβεις τους νόμους της φιλοξενίας; διά ποίαν αιτίαν έχυσες το αίμα του υιού μου; τι σου έκαμεν ετούτο, το άκακον και του εσήκωσες την ζωήν; απάνθρωπη, τες χάρες που σου έκαμα έτσι με ανταμείβεις; Ω αυθέντη μου, του λέγει ο σκλάβος· και τι χρεία είνε να της μιλής αυτή της άνομης με τέτοιον τρόπον, είσαι ευχαριστημένος μόνον να την ονειδίσης; βάψε καλύτερα εις το στήθος της αυτό το μαχαίρι με το οποίον εσήκωσε την ζωήν του βρέφους σου και αν δεν θέλης του λόγου σου να κάμης αυτήν την εκδίκησιν, άφες εμένα να την παιδεύσω καθώς της πρέπει, και έτσι λέγοντας παίρνει το μαχαίρι και εστέκετο να το χώση εις την καρδίαν της Ρεσπίνας, η οποία ήτο τόσον έξω από τον εαυτόν της δι' αυτήν την συκοφαντίαν, που της έρριχναν επάνω της, ώστε δεν ημπορούσε να ειπή λόγον και ούτε ημπορούσε να δικαιολογηθή· και ο σκλάβος εκεί που ήθελε να την βαρέση του εκράτησε το χέρι ο Αράπης.

Αλλά και στην Κίνα νάτανε, θα πετούσα έως εκεί· πάμε! — Θα φύγουμε μετά το δείπνο, είπε ο Κακαμπός. Δε μπορώ να σας πω περισσότερα· είμαι σκλάβος· ο αφέντης μου με περιμένει· πρέπει να πάω να του σερβίρω στο τραπέζι· μη λέτε λέξη, φάτε και νάσαστε έτοιμος.

Και εκεί που επεριπατούσα με συναντά ένας σκλάβος· αφέντη, μου λέγει, με γνωρίζεις; Όχι, του απεκρίθηκα, μα μου φαίνεται κάπου να σε είδα όμως δεν ενθυμούμαι. Σε γνωρίζω εγώ καλώτατα, μου απεκρίθη εκείνος, εσύ είσαι ο Αμπουλβάρης, και ενθυμούμαι να έλαβα την τιμήν να σε δουλεύσω εις το παλάτι της Γαντζάδας της οποίας ήμουν και είμαι σκλάβος έως την σήμερον.