United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να, εκεί που καθόμουν εψέςτην πατουλιά, βγήκ' ένα φίδι ξάφνου και μ' ετρόμαξε. . . έχασα όλο μου το αίμα! απήντησεν αίφνης η Σμάλτω, φοβισμένον έχουσα το πρόσωπον, ως να έβλεπε την ώραν εκείνην το φίδι προ των ποδών της. Ο χωρικός εξερράγη ήδη εις γέλωτας, όχι βεβιασμένους πλέον αλλ' αληθείς γέλωτας άνθρωπου ευθύμου.

Άρχεψε το φίδι! εσκέφθη η λυγερή, αδημονούσα. Και πάλιν επανήρχετο εις τας προτέρας σκέψεις της και πάλιν εδυσφόρει καθ εαυτής, κατά του σίτου, κατά του ανδρός της. Ότε είπεν εις αυτόν ότι είδε το φίδι εις την πατουλιά, εγέλασεν ούτος διά τον φόβον της και την είπε κουτήν. Αυτή ή ο Στάθης ήτο κουτός που δεν την ενόει; Φίδια η Σμάλτω, αληθινά φίδια, δεν εφοβείτο.

Άξαφνα όμως πηδάει όξω από την πατουλιά η Κλανομάρω και φωνάζει τρομασμένη·Μη καπετάνε! μη, είμ' εγώ! Μη για το Θεό! Κράτησε ο στρατηγός τ' άλογο και κάνοντας τάχα πως παραξενεύτηκε και πως δεν κατάλαβε τίποτα, λέειτην Κλανομάρω·Ωρέ, εσύ εδώ μέσα, ωρέ Μάρω; — Τι να κάμω, καπετάνε, βούλωσε το ντουφέκι μου και δε μπόργα να πολεμήσω.

Την άλλη 'μέρα, ημέρα του δοξασμένου εκείνου πολέμου, ενώ οι Αρβανίτες με τον Καρυοφίλμπεη νικημένοι κυνηγιώνταν από τους Έλληνες, ο Καραϊσκάκης ακράτητος, φοβερός, τραντάζοντας με της φωνές του της ράχες γύρω, καθώς προχωρούσε με τ' άλογο, κάνει έτσι και βλέπει κρυμμένον άνθρωπο μέσα σε μια πατουλιά. Νόμισε πώς ήταν Τούρκος κι' αμέσως τραβάει από τη σέλλα τη μια πιστιόλα, έτοιμος να ρίξη.