United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θα ηδύνατο να παραστήση την φοβεράν εκείνην μαστίγωσιν όχι ως προοίμιον της σταυρώσεως, αλλ' ως εξέτασιν διά βασάνου, ήτις απέτυχε ν' αποσπάση περαιτέρω ομολογίαν.

Δεν είνε άπορον ότι διατάσσει την μαστίγωσίν του· αλλ' η αγενής αυτού καταγωγή δεν είνε ο αληθής τούτου λόγος· υπάρχει άλλο βαθύτερον αίσθημα, μολονότι η υπερηφάνεια του Αντωνίου δεν επιτρέπει αυτώ να το φανερώση ειμή μόνον κατά την στιγμήν της οργής του· υποπτεύει αυτόν ως αντιπρόσωπον του Καίσαρος.

Με την σκέψιν ταύτην ητοιμάζετο να καλέση τον επιστάτην, οπότε ούτος παρουσιάσθη μόνος λέγων: — Αυθέντα, ο γέρων ελιποθύμησε και ίσως είναι νεκρός. Πρέπει να εξακολουθήσω την μαστίγωσιν; — Ας τον επαναφέρουν εις τας αισθήσεις του και ας τον φέρουν εδώ.

Ο σεβάσμιος Απόστολος Πέτρος υπέστη πρώτος την μαστίγωσιν, την θεσπιζομένην υπό του νόμου. Την επομένην έμελλον να τον οδηγήσωσιν έξω των τειχών, προς τους Βατικανούς λόφους, όπου τον ανέμενεν η ταχθείσα ποινή. Λόγω της προβεβηκυίας ηλικίας του ο Πέτρος δεν εβιάσθη να φέρη τον Σταυρόν επ' ώμων.

Αλλ' εάν αύριον, εν μέσω του αμφιθεάτρου δηλώσης ότι ήσο μεθυσμένος και παρελογίζεσο και ότι οι χριστιανοί είναι πράγματι οι αυτουργοί της πυρκαϊάς, η τιμωρία σου θα περιορισθή μόνον εις μαστίγωσιν και εξορίαν. — Δεν δύναμαι, άρχον, εψιθύρισε πράως ο Χίλων.

Ο ουρανός μας δεν είχεν εισέτι οσφρανθή γαιανθράκων καπνόν, τα δε κύματά μας ήσαν παρθένα από πυροσκάφου μαστίγωσιν. Ο άνεμος έπνεεν ούριος, ότε απεπλεύσαμεν εκ Μυκόνου, αλλά μετ' ολίγον έπεσε, και επήλθε παντελής νηνεμία. Επί ώρας και ώρας εβλέπομεν ακινήτους ενώπιόν μας της Σύρου τους βράχους, μόλις διά δύο βαρειών κωπών κινούντες ανεπαισθήτως το βαρύ σκάφος μας.

Μεγαλοποιών δε όσα έπρατταν οι Αθηναίοι ανήγγειλεν εις τον στρατόν ότι όλοι οι πολίται είχαν καταδικασθή εις μαστίγωσίν, ότι ουδείς ηδύνατο να αντείπη εις τους έχοντας εξουσίαν, ότι αι γυναίκες και τα παιδία αυτών υβρίζονται, και ότι οι τετρακόσιοι διενοούντο να συλλάβουν και να φυλακίσουν τους συγγενείς όλων εκείνων, οι οποίοι εις τον στρατόν της Σάμου δεν συνεμερίζοντο την γνώμην των, διά να τους θανατώσουν, εάν ηρνούντο να υπακούσουν.

Να τον κάμης ψαρά! Είπεν ο διδάσκαλος, παρηγορών ημέραν τινά την γραίαν, ετοιμάζουσαν την μάστιγα με οργήν παράφορον. — Ταχειά θα πάγω, μάννα, ταχειά θα πάγωτο σκολειό! Εφώναζε μετά δακρύων ο Μανώλης, αποφεύγων ούτω την μαστίγωσιν. Αλλά «ταχειά» πάλιν ο παιδονόμος ο Τσιτσούκας με την σαλαμάστραν του, πάλιν τον Μανώλην κατεδίωκεν εις τας επικινδύνους εκείνας παραλίας. Ήλθαν αι εξετάσεις.