United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ο ψίθυρος ηύξανε, και τι ημπορούσα να κάμω; Ήτο ψίθυρος υπόκωφος, σβυσμένος, ταχύς, πραγματικός, όπως ο ήχος ενός ωρολογίου σκεπασμένου με βάμβακα. Ελαχάνιαζα και εν τούτοις οι αξιωματικοί της αστυνομίας δεν εφαίνοντο ότι ήκουον τίποτε. Εφλυάρησα με περισσοτέραν ευκινησίαν και τόλμην. Αλλ' ο θόρυβος δεν έπαυεν από του ν' αυξάνεται.

Η κυρία Περδίκη αφήνει την επιφυλλίδα της «Εφημερίδος», η Ασπασία την επιφυλλίδα της «Στοάς», ο Τηλέμαχος, . . δεν αφίνει το σιγάρον του, εγείρονται δε και οι τρεις και κυκλούσι τον Περδίκην, και σύρουσιν αυτόν, η μεν από της χειρός, η δε από του επενδύτου του, και ο χαριέστατος κληρονόμος του πατρικού ονόματος και των πατρικών αρετών από της χονδράς αλύσεως του ωρολογίου του.

Ούτος εδίδαξεν εις τον μικρόν ανεψιόν του το αλφάβητον διά των ερυθρών ψηφίων του Ωρολογίου, βραδύτερον δε την ανάγνωσιν διά της Οκτωήχου.

Έως πότε να τον τρώγουν τα ξένα χέρια; έως πότε να γυρίζη ξεσπιτωμένος; Με αυτάς τας σκέψεις και αποφάσεις, άμα επανελθών, περιεφέρετο επάνω-κάτω εις την αγοράν και τα σωκάκια του μικρού χωρίου ο Λαλεμήτρος, επιδεικνύων μετ' επάρσεως νεοπλούτου την ολόχρυσον άλυσιν του ωρολογίου του, και δαπανών αφειδώς ταργυρά δολλάρια εις τα μικρά οινοπωλεία: — Τον έχει τον παρά! . . . Εξεπλήττοντο οι χωρικοί.

Από του γελεκίου του έλαμπεν ανηρτημένη βαρεία χρυσή άλυσις του ωρολογίου του, σειομένη εκεί που εβάδιζε κλίνων ένθεν και ένθεν ολίγον, ανεπαισθήτως.

Ούτω δε εντός δεκαετίας μόλις από του γάμου του Περδίκη εντελής και γενική μεταμόρφωσις επήλθε βαθμηδόν εν τω οίκω του, πάσαι δε της οικογενείας αυτού αι κάμπαι προέκυψαν ημέραν τινά του βόμβυκος αυτών περικαλλείς χρυσαλλίδες. Και ο οίκος αυτός μετεμορφώθη, και η κυρία μετέβαλεν ομιλίαν και ράπτριαν, και ο κύριος ήλλαξεν έργον και άλυσιν του ωρολογίου του.

Η κίνησις λυχνίας ωδήγησε τον Γαλιλαίον εις την κατασκευήν του ωρολογίου, ο δε πειναλέος μοναχός ωδηγήθη υπό λευκής άρκτου εις ανεύρεση νέου πόρου ζωής.

Ας μνημονεύσωμεν εν παρόδω, και πριν εισέλθωμεν εις τας οικίας του Αμφιτρύωνος και του ξένου του, ότι την προτεραίαν το εσπέρας, καθ' ην στιγμήν ο Κ. Παρδαλός ητοιμάζετο να αναχωρήση εκ του γραφείου, επλησίασεν εις αυτόν δειλώς ο Σουσαμάκης, και περιελίσσων εις τους δακτύλους του την άλυσιν του ωρολογίου του, ίνα διασκεδάση πως την δειλίαν αυτού, τω είπε, μειδιών γλυκερόν μειδίαμα σεβασμού και υποταγής·

Σκέψεις σατανικαί, πειρασμοί ξηροί περιετριγύριζον όλον τον εσωτερικόν άνθρωπον. Προς στιγμήν, εις την λάμψιν της λυχνίας, ως όφις ζωντανός, έλαμψεν η χρυσή άλυσις του ωρολογίου του, εις τους δακρυσμένους της Θωμαής οφθαλμούς· όφις ολόχρυσος, όφις ελισσόμενος εκεί επί του στήθους του Λαλεμήτρου, ως θέλων κάποιον να δήξη εκεί, κάποιον να φαρμακώση γλυκά και χρυσά ως η απιστία.

Μυστήριον, του οποίου την λύσιν έπρεπε να ζητήσω από το ον εκείνο το άμορφον· άγνοια, την οποίαν έπρεπε να φωτίση έν σώμα, στερούμενον φωτός και οφθαλμών. Την σκέψιν μου εμάντευσε· διότι η σκέψις μου και σκέψις ήτον ιδική του. Και πάλιν η φωνή η βαθεία ηκούσθη εντός μου, και πάλιν αφήκεν ηχώ διά δονήσεων και παλμών: — Σβέσε το φως, και του ωρολογίου δέσμευσε τους δείκτας.