United States or Bosnia and Herzegovina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ουδαμού η λέμβος. Το βλέμμα του τότε αναμετρούν το πέλαγος προσπίπτει κάτω, προς τον Αγνώντα, την μεσημβρινήν άκραν της Σκοπέλου, όπου βλέπει λευκόν ιστίον να φεύγη ως παμμέγεθες, ανηπαργμένον υπό του ανέμου, πτερόν. Χωρίς να το αισθάνεται, φέρει την παγωμένην χείρα του προς την καρδίαν. — Καπετάν-Παρμάκη! Μυκάται εντός του λάρυγγος αυτού. Βοή πνιγηρά αντηχεί, στεναγμός πνιγομένου.

«Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου Θεοτόκε . .» Και ανεγίγνωσκε τώρα το Ευαγγέλιον, ότε μία άλλη φωνή κινδύνου ως θρήνος μακρυνός πνιγομένου εξήγειρε την Βγέναν την καπετάνισσαν, κύπτουσαν εκεί υπό το αγιασματάριον του ιερέως και βαστάζουσαν επί της κεφαλής της το επιτραχήλιόν του. — Αρρόδο, καπετάν Βγενιέ! αρρόδο!

Και όταν ενόμισεν ότι προσηγγίζομεν εις την ξηράν κ' ότι ήλθεν η στιγμή «να τα γυρίση», τότε εκραύγασεν «αλέστα» διατάσσων τους ναύτας να είνε έτοιμοι. Η διαταγή εκείνη γοερώς αντηχήσασα εν τη τρικυμία ως φωνή πνιγομένου, μ' ηνάγκασε ν' ανέλθω επί του καταστρώματος, ως είπον. — Μόλα μπουρίνα! τίρα-μόλα!

Ήδη απεμακρύνθη του Κάστρου, ενώ το χιονόνερον ετίναζεν εις την πρύμνην της «Γαλανομμάτας» τον τελευταίον αντίλαλον της Αλτανούς, πένθιμον πάντοτε, ως στεναγμόν πνιγομένου: — Μανωωωώληηη! Η χήρα η Αλτανού, μία υψηλή-υψηλή χήρα, 'σαν λεύκα, με μια μαύρη μανδήλα πάντοτε, και με μια πλέον μαύρη καρδιά, καρδιάν θαλασσοκαμένην, είχε χάσει πολλούς, όλους, εις την θαλασσαν, η άτυχος.

Η θέα του πλησιάζοντος οπλοφόρου ανακάλεσε διά μιας εις την μνήμην μου την μακράν αγωνίαν του διωγμού, και την εν Σμύρνη ζωήν, και της Ανδριάνας τον θάνατον. Μου ήλθον όλα συγχρόνως εις τον νουν, καθώς εις πνιγόμενου την μνήμην συσφίγγονται αλλεπάλληλοι αι συσσωρευμένε της ζωής του αναμνήσεις.