United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΑΡΜΙΟΝ. Πήγαινε εις τον τάφον, κλείσου εκεί και μήνυσέ του ότι απέθανες. Δεν δοκιμάζει μεγαλειτέραν αγωνίαν το σώμα όταν χωρίζεται από την ψυχήν από εκείνην την οποίαν δοκιμάζει όταν χάνη το μεγαλείον. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Υπάγωμεν εις το μνημείον.

Σήμερον η αβεβαιότης του μέλλοντος επιτείνει την αγωνίαν, η δε διέξοδος, ενώ εφαίνετο εξευρεθείσα, ιδού πάλιν εξαφανίζεται! Έμενεν εκεί εις το μέσον της πλατείας με τας χείρας κρεμαμένας, βλέπων τα νώτα του απομακρυνομένου Κ. Μητροφάνους. — Πρέπει να ίδω τον Λιάκον, είπε καθ' εαυτόν. Αλλά πού να τον εύρω τώρα;

Ακούς, είπεν ο Μανώλης, πως το λέει και το τραγούδι; ... Έλα, γιατί μα το Θεό . .. δεν κατέω κ' εγώ είντα μπορώ να κάμω. — Δεν έρχομαι, Μανώλη, μόνο φύγε, να μην έρθη ο Στρατής γή να μη μάςε 'δη κιανείς άλλος ομάδη, είπεν η Πηγή με αγωνίαν. Ο Μανώλης εκοκκίνισεν από πείσμα. — Δε φεύγω αν δε φύγωμε μαζή, μόνο βγάλε το απού το νου σου, είπεν. Ομάδη θα φύγωμε· ακούς το;

Αφού ακρίβηναν ταλεύρια, Λαλεμήτρο, πάρε 'λιγώτερα σακκιά. Ετόλμησε να παρατηρήση η αθώα γυνή, μαλακύνουσα την αγωνίαν του συζύγου της. Αλλ' εκείνος θέλων να παίξη ίσως, θέλων να γελάση πιθανώς, ήνοιξε το στόμα του το κλειδωμένον έως τότε και είπεν: — Όπως έγεινε σήμερα ο κόσμος με τα βερεσέδια, καλλίτερα είνε να μην παντρεύεται κανένας!

Ολίγας ώρας κατόπιν επανήλθεν εις την ζωήν, ανεγνώρισε τους οικείους του και, διακεκομμένως, διηγήθη την αγωνίαν του εις το βάθος του τάφου. Κατά την διήγησίν του, φαίνεται ότι, προτού να πέση εις την αναισθησίαν, μίαν ώραν ακριβώς προ της ταφής του, έσχε συνείδησιν της υπάρξεώς του.

Αυτοί μόνοι εγένοντο δεκτοί πλησίον Του όταν ανέστησε την θυγατέρα του Ιαείρου και κατά την Μεταμόρφωσιν Αυτού και κατά την αγωνίαν Του εν τω κήπω. Περί του Ιακώβου ολίγα γνωρίζομεν, ειμή ότι εις αυτόν έλαχεν η μεγάλη τιμή να γείνη ο πρώτος Μάρτυς εκ της αποστολικής χορείας.

Τούτου ένεκα ήρχισεν αταράχως και εσκεμμένως ν' αποκαλύπτη προς αυτούς την μελετωμένην πορείαν Του εις Ιερουσαλήμ, την απόρριψίν Του υπό των αρχόντων του έθνους, την αγωνίαν και την ύβριν ήτις Τον ανέμενε, τον βίαιον θάνατόν Του, την ανάστασίν Του την τριήμερον.

Επί δεκαπέντε όλας ημέρας έμεινεν η Ιωάννα επί της κλίνης της αμφίρροπος μεταξύ ζωής και θανάτου· ότε δε μετά την μακράν εκείνην αγωνίαν ηγέρθη τέλος πάντων, έσπευσε να επιστρέψη εις Ρώμην και κλεισθείσα εν τω ευκτηρίω της απηγόρευσε την είσοδον αυτού εις πάντας τους αυλικούς και εις αυτάς ακόμη τας ακτίνας του ηλίου.

Όσην το ανθρώπινον σώμα δύναται και δεν δύναται να βαστάση κακοπάθειαν, όλη θα εσωρεύετο επί του κύπτοντος σώματός Του· πάσα ταλαιπωρία ην σκληρά και ανηλεής ύβρις να επιβάλη δύναται, έμελλε να πέση βαρεία επί της ψυχής Του· και εις την βάσανον ταύτην του σώματος και εις την αγωνίαν της ψυχής, και αυτή η υψηλή και μαρμαίρουσα γαλήνη του θείου πνεύματός Του έμελλε να υποφέρη βραχείαν αλλά τρομεράν έκλειψιν.

Έμαθα πως παντρεύγεσαι ... με τον Ανεγνώστη τον Τερερέ. Η Πηγή ανέκοψε το βήμα και ωχροτάτη τον ητένισεν· αλλά το μειδίαμα το οποίον είδεν εις το πρόσωπον του Σαϊτονικολή επανέφερε διά μιας το χρώμα της ζωής εις την μορφήν της. Δεν είπε τίποτε, αλλ' εις τα μεγάλα της μάτια ανέβλυσαν δάκρυα. Ο δε Σαϊτονικολής δεν ηθέλησε να παρατείνη την αγωνίαν της. — Για πε μου δεν τονε θες τον Ανεγνώστη;