United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η δε φιλόστοργος αυτή μήτηρ, αφού πρώτον ηγανάκτησε και εφώναξε και επλατάγησεν, αφού προσεποιήθη τα νεύρα της και επετίμησε διά πολλών ακόσμων προσφωνήσεων τον παράλυτονως τον απεκάλεσενυιόν της, εκάθισεν όμως έπειτα, ωριμώτερον και απαθέστερον σκεφθείσα, παρά το προσκεφάλαιον του νοσούντος τέκνου της, φιλόστοργον μεν έχουσα πρόφασιν την μητρικήν αυτής περί της θεραπείας του μέριμναν, λόγον δε αληθή της νοσοκομίας της την άγρυπνον φρούρησιν του ατιθάσσου μείρακος.

Και πρώτη πρώτ' η Δαλιδά να έλθη από σας, που του Σαμψώνος έκοψε τας τρίχας τας χρυσάς, τυφλόν δε και παράλυτον και παίγνιον της μοίρας εις τας εχθράς τον έρριψε των Φιλισταίων χείρας. Τον Ιωσήφ τον πάγκαλον κυττάζω μ' απορίαν να φεύγη την σφαδάζουσαν του Πετεφρή κυρίαν, κι' αυτή χυμά επάνω του με γλαρωμένα μάτια και του παγκάλου γίνεται το φόρεμα κομμάτια.

Τρομερόν διά την τύχην ενός λαού, να έχη πόδας παραλύτους και κεφαλήν υγιά· αλλ' είνε ασυγκρίτως τρομερώτερον, να έχη υγιείς πόδας και κεφαλήν παράλυτον. Δύο τινά παραμένουν αθάνατα διά τον νουν του ανθρώπου· ο Θεός εις τον ουρανόν, και η μεγάλη Ιδέα επί της γης· ό,τι δε διετέθη κατ' αυτών, εις ουδέν άλλο συνέβαλεν, ή εις την ιδίαν εξόντωσίν του.

Πρώτον, τα πρωιμώτερα ίχνη της αμφιβολίας και αστοργίας επήγασαν από την έκφρασιν την οποίαν πολλάκις μετεχειρίσθη; «Αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου». Τας λέξεις ταύτας απηύθυνε προς την γυναίκα την αμαρτωλόν και προς τον παράλυτον. Και κατά τας δύο περιστάσεις η εκφώνησις αύτη διήγειρεν έκπληξιν και αποδοκιμασίαν.

Εκάλεσε τον παράλυτον υιόν της, το χαριτωμένον εκείνο ζιζάνιον της οικιακής ειρήνης και ευδαιμονίας των θνητών, το καλούμενον Έρως, και αφού τον έσφιγξε τρυφερώτατα εις τας λευκάς της αγκάλας, και κατεφίλησε φιλοστόργως τας ροδίνας του παρειάς, και τον ηρώτησε μετά πολλού ενδιαφέροντος περί της υγείας του, των έργων του και των ασχολιών τουπρος μεγίστην εκείνου έκπληξιν, όστις ουδέν άλλο συνήθως ήκουε παρά της μητρός του ή επιπλήξεις, και ουδέν άλλο ελάμβανε παρ' αυτής ή ραπίσματατον εκάθισε πλησίον της, του ενεπιστεύθη τον κρύφιον της ψυχής της πόνον, και εζήτησε παρ' αυτού εκδίκησιν.

Την ερώτησιν ήκουσαν οι Φαρισαίοι εν σιωπή, προκατειλημμένοι και ισχυρογνώμονες· αλλά στραφείς και πάλιν προς τον παραλυτικόν, ο Ιησούς είπεν αυτώ: «Έγειραι, άρον σου τον κράββατον, και περιπάτει». Πάραυτα η ρώμη επεδόθη εις το παράλυτον σώμα, η ειρήνη εις την καταβεβλημένην ψυχήν. Ο άνθρωπος ιάθη.

Είπεν αμέσως με χαράν η θεια-Αννούσα. Η Θωμαή προς το άκουσμα τούτο το απροσδόκητον έκλινε το σώμα της προς το στήθος της γραίας, παράλυτον, ως να είχε λιποθυμήσει. Η γλώσσα της εκόλλησεν εις τον φάρυγγα ακίνητος και δεν ηδύνατο να ομιλήση αλλά μία αιφνιδία της πρωινής αύρας ριπή την συνεκράτησε. Και πάραυτα πάλιν συνήλθε.