United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ως κ' οι κακογεράματοι γέροι, που τις μύξες τους έτρωγαν, τα πόδια τους να πάρουν δε μπορούσαν, κ' εκείνοι ακόμα εξεκίνησαν ναρθούν. Πανηγύρι, γλέντι, κοσμοχαλασμός μέσα κ' έξω. Ο πάγκος με τα μπουκάλια ταδιανά και τους ξεθωριασμένους &Αριστοφάνηδες& γύρω στολισμένος, έκανε τόρα χρέη θεωρείου. Ντροπαλές, μισοκρυμένες είχαν τρυπώσει από νωρίς όλες οι γειτόνισσες κ' οι καλές γειτονοπούλες του Γιάνη.

Τι χάνομε τάχα με το θάνατό του; και τι θα εχρησίμευε στον κόσμο αυτός; Ένας άνθρωπος φορτικός σ' όλους, βρώμικος, συχαμερός, διαρκώς μ' ένα κλύσμα κι' ένα γιατρικό στην κοιλιά του, όλο να βγάζη μύξες, όλο να βήχη, όλο να φτύνη. Μωρός, πληκτικός, παράξενος. Όλους μας εκούραζε και μέρανύχτα δεν έκανε τίποτ' άλλο παρά να τα βάζη με τις υπηρέτριες και τους υπηρέτας.

Πραγματικώς το χέρι της έκαιε τώρα περισσότερο και τα μάγουλά της ήτανε φωτιά. Περπατήσαμε λίγο κάτω από τις ελιές σιωπηλοί και συλλογισμένοι. Εγώ συλλογιζόμουν με κάποια κρυφή δυσαρέσκεια πως πολύ έκλαιε το Βαγγελιό κιότι τα κλάμματα δεν την ωμόρφαιναν. Αλλά γενικώς το κλάψιμμο δε μάρεσε τώρα, γιατί μου θύμιζε τα μικρά παιδιά με τις μύξες των.

Αυτό απεσύρετο, καθ' ην στιγμήν ήδη η Καρολίνα εξήρχετο και είπε: «Λουδοβίκε, δος το χέρι σου εις τον εξάδελφον». Το έκαμε με πολλήν ελευθερίαν και δεν ηδυνήθην, μολονότι η μικρή του μύτη ήτο γεμάτη μύξες, να μη το φιλήσω με όλην μου την καρδίαν. — Εξάδελφος είπα, ενώ της έδιδα το χέρι· πιστεύετε ότι είμαι άξιος της ευτυχίας να είμαι συγγενής σας — Ω, είπε με ελαφρόν μειδίαμα, η συγγένειά μας είναι πολύ εκτεταμένη, και θα ελυπούμην αν θα είσθε ο πλέον μακρινός συγγενής μας.

Είμαστε τότες στο έβδομο ευζωνικό. Είχα δεκαοχτώ στρατιώτες μαζί μου, δυο δεκανείς κι εγώ. Στο τουρκικό δεν θάτανε σαράντα σκυλιά. Στις δυο τ' απομεσήμερο βάζω τους άντρας σκοπό. Όλοι τους είταν ένας κι ένας. Εικοσοχτώ, τριάντα χρονών βάλε με το νου σου· από το Καρπενήσι και τη Φθιώτιδα, άντρες με φιλότιμο και καρδιά, όχι μύξες σαν κι εσάς, όρνια. Παίρνω τον κατήφορο για καραούλι.