United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και μες από τα μάβρα σύγνεφα της σκοτεινής της βαρυχειμωνιάς, που άπονα την πλακώνει, δεν ξανοίγει πια να αργολάμπη, σαν ασπερίτης ξάστερο το φέγγος του, πάνω στον καπνισμένον ουρανό της φτωχικής της στεγωσιάς, σα δάκριο υγρό και σα μαργαριτάρι αναλυτό της πολυχαδεμένης της το αστέρι! Την πνίγουν μέσα μάβροι λογισμοί.

Κ' είναι να θαμάση άνθρωπος πώς κατορθώθηκε τέτοιο μεγαλούργημα σε τόσο λίγον καιρό. Πόσο στοίχισε το χτίριο δεν το καλογνωρίζουμε. Κάποια περιγραφή του ναού θα γίνη αλλού, καθώς είπαμε. Εδώ μπορούμε το πολύ να μπούμε μέσα με τη φαντασία, και θωρώντας περίγυρα, να θαμπώσουν τα μάτια μας από τ' αριθμητά χρυσά κι αργυρά σκεύη, από τα διαμάντι κι από το μαργαριτάρι.

Αναγέλες τα ψάρια χρυσόφτερα, ασημωμένα, εδιάβαιναν ολόγυρά του με φουσκωμένα τα λαιμά, τα σπάραχνα κατακόκκινα, ψιλό μαργαριτάρι τα δόντια στις δυνατές σαγωνίτσες τους, αεικίνητο τιμόνι την ψαλιδωτή ουρά τους. Πολλά έπεφταν απάνω του τυφλά, επροσόχθιζαν σαν ακυβέρνητα ξύλα στην περικεφαλαία του· άλλα εδιάβαιναν σαγίτες αργυρές από τα σκέλια του.

Εις την κάμαρα του βάθους, σε καθήκλες παλαιές, ψηλές, από μαύρο σκαλιστό ξύλο, αγορασμένες από κανένα ξεπεσμένο αρχοντόσπιτο, κάθουνται η κόρη του Μαρούπα με τα νυφικά της, πράσινο μεταξωτό φαυστάνι, βραχιόλια παλαιά μαλαματένια, σκουλαρίκια κουκουναριές από μαργαριτάρι και στα χέρια δύο τρία δαχτυλίδια μονόπετρα· η μάννα της, γρηά μικροκάμωτη και στεγνή, με μάλλινο καινούριο φουστάνι, με μαντήλι κλαδωτό στο λαιμό και όμοιο μαύρο μεταξωτό στο κεφάλι.

Και όμως, είμαι της Ανατολής το διαλεχτό μαργαριτάρι κι' έχω εδώ στο στήθος μου ένα ζευγάρι καρπών, να σου δροσίζουνε όταν διψάς το στόμα, και λες με γάλα κι' από μέλι ζυμωμένο είνε μου το σώμα. Η Κλεοπάτρα της Αιγύπτου μια βασίλισσα από ράτσα, δεν είχε καθώς τα δικά μου χέρια και τα μπράτσα.

Κι' ύστερα από λίγη σιωπή, ξανάειπε: — Αφού σ' απόλαψα, παιδάκι μ', το ίδιο κάνει κι' αν γέρασα κι' αν δε γέρασα! Το κύτταγμα μέσα στον καθρέφτη την έκανε να μελαχολήση.....Κρέμασε τα μούτρα κι' άρχισε να συλλογιέται. Συλλογίστηκε, συλλογίστηκε κι' άρχισε να κλαίη, και τα δάκρυα της κίνησαν κι' έτρεχαν σαν κουμπιά μαργαριτάρι.

Που είχαν σε κάθε βελονιά σπειρί μαργαριτάρι, Και γύρα γύρα στους σταυρούς των στεφανιών με χάρη Χίλια αγγελούδια φτερωτά, που βάσταε το καθένα Με το δεξί το χέρι του κι’ ένα χρυσό στεφάνι... Κι’ ανάμεσα στα χαρωπά του γάμου τα στεφάνια Δυο δαχτυλίδια ολόχρυσα με διαμαντένιες πέτρες Και μες στες πέτρες έλαμπαν αγκαλιαστά με χάρη Ο Ήλιος ο χρυσάχτιδος και το λαμπρό Φεγγάρι.

Από το αιώνιο μαργαριτάρι, το φεγγάρι, το πρόσωπο της Piccarda Donati γέρνει κατ' επάνω μας. Η ομορφιά της μας ταράζει για μια στιγμή κι όταν σαν κάτι που πέφτει και περνάει μέσ' από το νερό διαβαίνη δίπλα μας και πάη, την τηράμε ακόμα με μαγεμένα μάτια. Ο γλυκός πλανήτης της Αφροδίτης είναι γεμάτος εραστές.

Ανάμεσα στη Γκριζέντα και στη Νατόλια, ψηλός, διαφορετικός από όλους έμοιαζε να είναι το μαργαριτάρι στο δαχτυλίδι του χορού και ένοιωθε το χέρι της Γκριζέντα να εγκαταλείπεται τρέμοντας λιγάκι μέσα στο δικό του, ενώ τα σκληρά και ζεστά δάχτυλα της Νατόλια μπλέκονταν δυνατά με τα δικά του σαν να ήταν εραστές.

Και μες από τα μάβρα σύγνεφα της σκοτεινής της βαρυχειμωνιάς, που άπονα την πλακώνει, βαθιά ξανοίγει να αργολάμπη, σαν ασπερίτης ξάστερο το φέγγος του, πάνω στον καπνισμένον ουρανό της φτωχικής της στεγωσιάς, σα δάκρυ υγρό και αναλυτό σαν το μαργαριτάρι, της πολυχαδεμένης κόρης της ταστέρι.