United States or Dominican Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι όποιος κοτάει να σηκώση απάνω του χέρι, με το αίμα του πρέπει να το πλερώνη». Κ' έτσι από εχτρός που ξεκίνησε κατάντησε φίλος και σύμμαχος. Και σαν πέθανε λίγο κατόπι στην Πόλη ο γέρος ο Γότθος, τέτοιες παράταξες του κάμανε, τέτοια μνημεία του στήσανε, που ο στρατός του το καταχάρηκε, κι από τη χαρά του έτρεξε και μπήκε σύσσωμος στο βασιλικό το στρατό.

— «Πέκι εή, κουζούμ, πέκι εή», μουρμούριζε το Ουρί από το καφάσι. «Πρόσεχε μοναχά, γιατί έρχεται ο Εφέντης». Γυρίζει από την άλλη ο Ηλίας, και βλέπει τον Αγά και σίμωνε σιγοπερπατώντας γιαλό γιαλό. Βγαίνει και τον ανταμώνει. Καταχάρηκε ο Αγάς σαν τον είδε. — Και πού είναι τα κιουτάπια σου, του λέει. — Έφεντημ, του κάνει ο Ηλίας, με τα κιουτάπια ρωμαίικα ποτές δε θα μάθης.

Είταν η βιομηχανία της χώρας, αυτή. Κακή ψυχρή όμως, την υποστήριζαν ακόμα όσοι δεν είχανε χαμένη την αγάπη της αρχαίας θρησκείας, κι αυτό δίχως άλλο έκαμε τον Ιουλιανό και καταχάρηκε σαν έμαθε πως για κει τον τοίμαζε ο Κωστάντιος. Ο Ιουλιανός, καθώς είπαμε, δεν είταν άνθρωπος δίχως αξία. Το χαρακτήρα του όμως τον έπλασαν αλλόκοτο τρία σπουδαία περιστατικά της νεανικής του ζωής.

Έτρεξε, λέγουν, και τότες κάτι σαν παρατράγωδο, επειδή βγήκανε θεατρίνοι και περιγέλασαν τα ψεγάδια του ακολουθώντας παλαιικό συνήθειο της Ρώμης. Κι ακούγοντας τα το καταχάρηκε ο Χριστιανικός ο λαός. Ευλαβής όμως όντας, καθώς είδαμε, ο νέος Βασιλέας, άρχισε από τώρα να νοιάζεται για την ειρήνεψη της αναστατωμένης Χριστιανωσύνης.