United States or Heard Island and McDonald Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επείσθη λοιπόν ότι ο μπάρμπα-Γιωργός ήτο όντως ελαφροΐσκιωτος, και τότε όλα τα όνειρα του ιερέως τα ωραία ότι θα έβλεπε την Κουκκίτσαν του, ήρχισαν να διαλύωνται. Και όμως θα επεθύμει να ήτο και αυτός ελαφροαΐσκιωτος, να ήτο σαββατογέννητος — ω αγάπη και ω στοργή! αυτός ο τόσον ευλαβής και ενάρετος ιερεύς εις πόσην δυσειδαιμονίαν εκυλίετο από της τυφλής αγάπης.

Θεός σχωρέστηνε! . . . Και την εμακάρισαν έπειτα με την καρδίαν των, αληθώς, τρώγοντες τα τόσον κατανυκτικώς αοράτως ευλογηθέντα κόλλυβα, τα οποία εις την ερημίαν εκείνην, καταμεσής εις το πέλαγος, είχε παρασκευάσει η ευλαβής προς την ψυχήν της μητρός του στοργή του συμπαθούς ναυκλήρου.

Πώς να τας αποκαταστήση γυνή αυτή και χήρα; Διά τούτο πολλάκις όταν εσκάλιζε τα κουκκιά υπό τον καυστικόν του μαρτίου ήλιοντας θυγατέρας της δεν τας άφινε να εξέλθουν τον μάρτιον, μη τας μαυρίση ο ήλιοςκάτι εψιθύριζε μέσα εις τα δόντια της, κάτι έλεγεν, αλλά ποίος να το ακούση; Παράπονον ήτο; συγγνώμη ήτο; Ίσως συγγνώμη. Διότι ήτο ευλαβής γυνή.

Έκρουσα την θύραν, έκραξα: Παντελή, Παντελή ! αλλ' ουδείς απεκρίθη. Όπισθεν της καλύβης ήτο ο σταύλος. Ήνοιξα τον μάνδαλον και εισήλθα εντός αυτού και είδα, ώ χαρά μου! είδα τον όνον του Παντελή ησύχως εκεί περιμένοντα. Μη γελάσης, αναγνώστα. Τον ενηγκαλίσθην και τον εφίλησα ! Ενόησα ότι ο ευλαβής κύριος του εκκλησιάζεται. Δεν με παρήτησεν ,ο αγαθός Παντελής ! Μετ' ου πολύ τον είδα επιστρέφοντα.

Τις έπταιε! Διελογίζετο ο Μπάρμπα-Σταύρος, ου η όρεξις, αναμένοντος τόσας ώρας την πλουσίαν και ορεκτικήν τράπεζαν μετά τόσα παθήματα και τόσην νηστείαν, είχε καταντήσει εις οργήν και λύπην. — Ο Κομποδήμος έπταιε μόνος, ή και η ευλαβής Κρατήρα; Ή μήπως έπταιε περισσότερον όλων ο Μπάρμπα-Σταύρος, αλλ' εντρέπετο και να το σκεφθή τώρα;

Τώρα περιπατώ με δικανίκια· επειδή όμως είμαι ευλαβής άνθρωπος, ευχαριστώ καθ' ημέραν τον Πανάγαθον Θεόν, λέγων ότι μ' εκούτσανε, διά να φθάσω ίσως αργότερα εις την τελευταίαν μου κατοικίαν. Μόνη διασκέδασις μου έμεινε το χωράφι μου, το οποίον με τρέφει, η εφημερίδα σας και η βιβλιοθήκη μου.

Αν είνε μαγεμένος, με την υπομονήν και την καταφυγή εις τα θεία, θα χαλάσουν τα μάγια. Έχω μια τέτοια ελπίδα διέκοψεν ο ευλαβής εφημέριος. Αλλά χρειάζεται προσφυγή εις τα θεία. Και καθώς μανθάνω, η καϋμένη η νύμφη σου ολοένα προσεύχεται και αγρυπνεί και κλαίει . . . — Ως και εις τον τάφον του Κωνσταντίνου επήγα, εξηκολούθησεν ο γέρων ενθουσιασμένος πλέον από την διήγησίν του.

Βαρυνθείς αυτήν μετ' ολίγον την έδωκεν εις τον οινοχόον, ο οινοχόος εις τον μάγειρον και ούτος εις τον χυτροκόρον, όστις, ευλαβής ων, αντήλλαξε την νεάνιδα προς τον μοναχόν, λαβών αντ' αυτής οδόντα του αγίου Γουτλάκου, του ζήσαντος και οσίως τελευτήσαντος εντός λάκκου τινός της Μερκίας.

Ο ένδοξος εκείνος Ποντίφηξ, καίτοι άγιος ων, ουδέποτε υπήρξεν υπέρ το δέον ευλαβής, τον δε βίον του εδαπάνησε καλλωπίζων την Ρώμην, σωρεύων θησαυρούς, ανεγείρων περισσοτέρους προμαχώνας ή ναούς και τα κράτη του υπερασπίζων κατά των Σαρακηνών μάλλον ή κατά του Διαβόλου, ουδένα καίων αιρετικόν, αλλά πολλούς κατακόπτων εχθρούς και κατά πάντα αξιώτερος του τίτλου μεγάλου βασιλέως, ή του αγίου, ως αυτός ο Βολταίρος ομολογεί.

Και ούτως ο ευλαβής, διασώσας την ζωήν του από τα κύματά της θαλάσσης, πηγαίνει να την κλείση εις τους αφώνους του μοναστηρίου τοίχους, εις τον Άθωνα.