United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Ινταφέρνης λοιπόν ενόμισεν ότι ηδύνατο να εισέλθη χωρίς να τον αναγγείλη κανείς, και ηθέλησε να εισχωρήση, καθότι ήτο είς των επτά· αλλ' ο πυλωρός και ο αγγελιαφόρος δεν επέτρεπον τούτο, λέγοντες ότι ο βασιλεύς ήτο μετά γυναικός.

ΠΡΩΤ. Και ποία απάτη δύναται να εισχωρήση εις πράγματα τόσον φανερά; Δεν είδες με ανοικτά μάτια τας διαφόρους μου μεταμορφώσεις; Εάν δε δυσπιστής και το πράγμα σου φαίνεται ψευδές και απάτη της φαντασίας, όταν μεταβάλλωμαι εις πυρ, πλησίασέ μου το χέρι, γενναιότατε• και τότε θα εννοήσης αν είμαι μόνον ορατός ή και συγχρόνως καίω. ΜΕΝ. Δεν είνε ασφαλές το πείραμα, ω Πρωτεύ.

Πριν προχωρήσωμε, ανάγκη να στραφούμε κάμποσα χρόνια πίσω για να περιγράψωμε μια ιστορία πολύ σχετική με τη διήγησί μας. Είνε καλοκαίρι. Ο ήλιος κοντεύει να βασιλέψη, στέλνοντας και στη στεριά και στη θάλασσα, παντού, όπου εμπορούσε να ξαπλωθή και να εισχωρήση, το γλυκό, το θαλπερό ακόμα, το τρισπόθητο αποχαιρετιστήριο φως του.

Αυθέντα, είπεν ο Χίλων, σκέπτομαι ότι οι χριστιανοί έχουν ως σημεία τινα αναγνωρίσεως τέσσαρας λέξεις, άνευ των οποίων κανείς δεν θα δυνηθή να εισχωρήση εις το Οστριανόν. Εις τους ευκτηρίους οίκους των ούτω γίνεται και επέτυχα μίαν φοράν από τον Ευρίκιον έν σημείον του είδους τούτου.

Ο καθολικός νόμος της φιλοξενίας υποχρεοί τον ανατολίτην να ζη με ανοικτάς θύρας, και πας τις δύναται εν πάση ώρα να εισέλθη εις τα δώματά του. Αλλ' εις την περίστασιν ταύτην υπήρξε πλάσμα τι το οποίον συνεκέντρωσε θάρρος να εισχωρήση εις την οικίαν ταύτην, απρόσκλητον άμα και όχι ευπρόσδεκτον.

Όλων τα βλέμματα εστρέφοντο μετ' απλήστου επιμονής προς την θέσιν την οποίαν κατείχεν ο δύστηνος μνηστήρ. Εκείνος ήτο ωχρότατος, και ιδρώς έβρεχε το μέτωπόν του. Από πρωίας είχε προσπαθήσει να εισχωρήση εις τα υπόγεια, όπως πληροφορηθή αν εκείνη ευρίσκετο εκεί. Αλλ' οι πραιτωριανοί επετήρουν όλας τας διεξόδους, και ήτο αδύνατον να εισέλθη.

Έκυπτον αι έμπροσθεν κατά λάθος, έκυπτε και αυτή κατά λάθος, επιλέγουσα εις το τέλος της λειτουργίας: — Τώρα! καταλαβαίνουμε τάχα κ' εμείς Ακκλησιά! Πολλάκις προσεπάθησε να εισχωρήση εμπρός, πλην ουδέποτε εύρισκε θέσιν. Πάσαι ήσαν κατειλημμέναι.

Εάν πάλιν άρχη ο δήμος, είναι αδύνατον να μη εισχωρήση η διαφθορά· εισαγομένης δε της διαφθοράς εις τα κοινά, μίση μεν δεν γεννώνται μεταξύ των κακών, αλλά φιλίαι σταθεραί· διότι οι βλάπτοντες τα κοινά, πράττουσι τούτο εκ συμφώνου.

Κρίνων δε ότι δεν ηδύνατο πλέον να εισχωρήση εις την Παλλήνην, διά να φέρη βοηθείας, έμεινεν ησυχάζων εις την Τορώνην και φυλάττων αυτήν.

Η καθαρά μεν, αλλά περιωρισμένη, αντίληψίς του, αν και μη ικανή να εισχωρήση εις τα βάθη της ψυχής του Αμλέτου, όμως δεν δύναται να αμφιβάλη ότι ο εσωτερικός εκείνος αγών προέρχεται από ευγενές αίσθημα και από μεγάλην πνευματικήν υπεροχήν.