United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ο Δάφνης, αφού επετάχθηκε επάνω, είπε: — Καλά που μου τα θύμισες, πατέρα· πάω να ποτίσω τα γίδια, που βέβαια διψασμένα τώρα προσμένουν το σουραύλι μου κ' εγώ κάθουμαι εδώ χάμω. Όλοι εγλυκογέλασαν, επειδή, αν κ' είχε γίνει αφέντης, ήθελε να είναι ακόμη γιδάρης· κ' έστειλαν κάποιον άλλονε να φροντίση για κείνα. Κι αφού εκάμανε θυσία στο σωτήρα Δία, ετοίμαζαν το τραπέζι.

Κ' η Χλόη, επειδή δεν ήξερε τις πονηριές του ερωτευμένου, χαρούμενη έπαιρνε τα δώρα, κ' έχαιρε περισσότερο που τα είχε για να τα χαρίζη αυτή του Δάφνη· κ' επειδή έπρεπε πια να μάθη κι' ο Δάφνης τα έργα του έρωτα, έστησε φιλονεικία ο Δόρκωνας μ' αυτόν ποιος είναι ομορφότερος κ έγινε κριτής η Χλόη· και βραβείο για το νικητή ήτανε να φιλήση τη Χλόη· και πρώτος ο Δόρκωνας τέτοια έλεγε: 16. — Εγώ, παρθένα, είμαι μεγαλείτερος από το Δάφνη· εγώ είμαι γελαδάρης κι αυτός γιδάρης· μα είμαι και τόσο καλλίτερός του όσο είναι τα βώδια από τα γίδια· είμαι κι άσπρος σαν το γάλα και ξανθός σαν το στάρι που θα το θερίσουν· εμένα με ανάθρεψε μητέρα κι όχι αγρίμι.

Κι όταν πια ετοιμαζότανε να γυρίση στην πολιτεία ο Εύδρομος, κι άλλα όχι λίγα τούδωσε ο Δάφνης, μα κι ακόμη όσα δώρα μπορούσε να του δώση ένας γιδάρης· τυριά καλοπηγμένα· κατσικάκι όψιμο, γιδοτόμαρο λευκό και μαλλιαρό για να το φορή το χειμώνα, όταν τρέχη· κ' εκείνος χαιρότανε κ' εφιλούσε το Δάφνη και τούδινε το λόγο του πως κάτι καλό στον αφέντη θα ειπή γι' αυτόν.