United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το αυτό συμβαίνει και εις την αφήν και την γεύσιν, αλλά δεν είναι επίσης φανερόν, και η αιτία τούτου ύστερον θα γίνη φανερά. Αλλ' είναι πάθος τι κοινόν και του αέρος και του ύδατος, και ην σχέσιν έχει το διαφανές προς το χρώμα την αυτήν έχει το εν αμφοτέροις τοις στοιχείοις υπάρχον πάθος προς το σώμα το έχον την οσμήν . Τω όντι φαίνεται ότι και τα ένυδρα ζώα έχουσι την αίσθησιν της οσμής.

Τώρα επέρασεν εκείνο! είπεν η γάτα του δωματίου· «ο Ρούντυ είναι πάλιν εδώ, εννούνται αναμεταξύ των, και αυτό είναι, λέγουν, ευτυχία.» — Εγώ πάλι άκουσα αυτή την νύκτα από τους ποντικούς, είπεν η γάτα του μαγειρείου, «ότι η μεγαλύτερα ευτυχία είναι να τρώγουν το ξυγκοκέρι και να αισθάνωνται την γεύσιν του τσαγκού λίπους· ποίον να πιστεύση κανείς, τους ποντικούς ή τους ερωτευμένους;

Κάτω εις τους πόδας τούτων, εις τα άντρα τα θαλάσσια και τας σπιλάδας τας θαλασσογλύπτους, εκεί βόσκουσι και λοξοπατούσι τα θαυμασιώτερα πετροκάβουρα και παγούρια του κόσμου, με τα ερυθρά προέχοντα ως κλαδωτά αυγά των, ψηνόμενα, ψάλλοντα μελωδικώς εις την ανθρακιάν, μεγάλα, εύχυμα την γεύσιν.

Θα ησθανόμεθα δε την γεύσιν χυμού ως αισθανόμεθα οσμήν, εάν εζώμεν εντός υγρού στοιχείου και ησθανόμεθα οσμάς μακρότερον, πριν ή θίξωμεν αυτό το σώμα. Διά την αυτήν αιτίαν εξαιρείται και η όρασις, διότι το φως είναι το ποιούν αυτήν αίτιον. Οσονδήποτε μικρόν και αν είναι. Εάν δεν δεχθώμεν ότι παν μέγεθος πρέπει να είναι αισθητόν.

Τους παρετήρησα ότι ήσαν όλοι μονόφθαλμοι, από το δεξιόν μάτι βλαμμένοι· με έλαβαν εις την τράπεζάν τους και εις την συναναστροφήν τους με πολλές επιδεξίωσες, μου παρήγγειλαν όμως να μην εξετάσω ό,τι ήθελα ιδεί να κάμνουν έμπροσθέν μου, διότι η εξέτασις και η περιέργειά μου ήθελαν μου προξενήσουν κάποια συμβεβηκότα λυπηρά και επιζήμια αγκαλά γλυκά εις την γεύσιν και χαροποιά εις την θεωρίαν, λέγοντές μου και με κίνδυνον να χάσης ένα πράγμα το οποίον σιμά εις την λύπην που σου θέλει προξενήσει, δεν θέλεις δυνηθή ποτέ να το ξαναποκτήσης και πρόσεχε εις την παραγγελίαν μας.

Ο Έρως, μη δυνάμενος να αντιστή εις την γοητείαν των δακρυσμένων οφθαλμών της μητρός του, και πρόσφατον έτι έχων την γεύσιν των φιλημάτων της, υπεσχέθη πρόθυμος ό,τι του εζητήθη, και ανεχώρησε συλλογιζόμενος, ότι η άγνωστος εκείνη της μητρός του εχθρά θα ήτο βεβαίως πολύ, παραπολύ ωραία, ίνα κινήση τόσον την ζηλοτυπίαν της αγαθής του μητρός, και ότι αφεύκτως έπρεπε να την ίδη.

Έπειτα μίαν σούπαν την ημέραν, δύο σούπες, τρεις σούπες την ημέραν. Τις δεν λείχει τα δάκτυλά του ενθυμούμενος την γεύσιν αμβροσίας της πρώτης πτέρυγος ορνιθίου και το γλυκύτερον νέκταρος πρώτον ποτήριον οίνου;

Είναι δε εκχύλισμα ινδικής καννάβεως, αηδές την οσμήν, αηδέστερον την γεύσιν, αλλ' έχον το προτέρημα να μεταφέρη τους αηδιάζοντας την πεζήν πραγματικότητα του ημετέρου πλανήτου εις την χώραν των ονείρων. Πλείονα περί του φαρμάκου τούτου κρίνω περιττόν να παραθέσω, παραπέμπων τους ορεγομένους εις το σύγγραμμα του τουρονησίου Μορώ, πλέξαντος εις το &ασίχ& εγκώμιον χιλιοσέλιδον.

Κατ' αρχάς ανεμίχθησαν με τα ξένα· είτα δε βαθμηδόν και κατ' ολίγον αντικατέστησαν εκείνα εντελώς. Πίτυρα και πίτυρα, ολίγον διέφερον αλλήλων κατά την γεύσιν.

Ο χιτών του ήρχισε να καίεται εις πολλά μέρη, αλλά δεν επρόσεχεν εις τούτο και εξηκολούθει τον δρόμον του. Εις το στόμα ησθάνετο γεύσιν καπνού και αιθάλης, ο λαιμός του και οι πνεύμονες του κατεκαίοντο. Το αίμα συνέρρεεν εις την κεφαλήν του και από στιγμής εις στιγμήν τα πάντα τω εφαίνοντο κόκκινα, και αυτός μάλιστα ο καπνός.