United States or Central African Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επήγα μαζί με τον Κωσταντήν πολλά βήματα πέραν του ιερού της εκκλησίας με έν υπόδημα, χωλαίνων και πατών επί ακανθών. Ευτυχώς ο Μπαλής δεν είχε υπάγει μακράν, ήτο διακριτικόν άλογον. Είχεν απομακρυνθή απλώς διά να βοσκήση, και δεν είχε βάλει κακόν εις την κεφαλήν του.

Ημείς χωρίς να γνωρίζωμεν τίποτε απ' αυτά επήραμεν πρόβατα, που είχαν βοσκήση εις τα πυκνά δάση του Παρνασσού, και επήγαμεν εις τούς βωμούς, μαζί με τους φιλοξένους και τους Πυθικούς μάντεις.

Απλαί δε οιμωγαί και ολολυγμοί, δι' ων αγγέλλεται τραγικόν τι συμβάν, λέγοντας απόφωνα . » Τα λάγανά του αιμάτωσαν» σ. 105 Λάγανα . Τα έσωθεν των οδόντων ούλα των ίππων. Ταύτα οσάκις εξογκούνται εμποδίζουσι το ζώον να βοσκήση. Το δε νόσημα τούτο σημαίνεται διά της φράσεως. » Έχει τα λάγανα .» » Και δε μου δείχνει μέτωπο» σ. 106 Όταν δεν παρουσιάζεται τις κατά πρόσωπον.

Αλλά και πάλιν το ζώον δεν εβάδιζε καλώς, με όλους τους κτύπους όσους του κατέφερε με μίαν λεπτήν βέργαν εις τα οπίσω του. Απεφάσισε λοιπόν ν' απαλλαγή της συντροφίας, ήτις θα ήτο μάλλον βάρος ή βοήθεια δι' αυτόν, και να δέση κάπου το ζώον διά να το αφήση να βοσκήση. Εζήτησε μέρος κατάλληλον διά να το δέση, αλλά δεν εύρεν εις τον επάνω Άι- Γιαννάκην πλουσίαν βοσκήν.

Ο Έφις βρισκόταν πάλι εκεί πάνω, στο κτηματάκι. Αφού είχε τελειώσει ο καιρός της παραγωγής και είχε γίνει και η συγκομιδή των καρπών, ο Τσουαναντόνι, στον οποίο το αφεντικό είχε αναθέσει τη βόσκηση ενός κοπαδιού προβάτων στα βουρλοτόπια γύρω από το χωριό, έφυγε ικανοποιημένος. Να τος λοιπόν πάλι ο Έφις καθισμένος στη συνηθισμένη του θέση μπροστά στο καλύβι, κάτω από το γλαυκό φρύδι του καλαμιώνα.

Του Αγγελοκάστρου ο Βασιλιάς διαλάλησε μια 'μέρα: Ποιος ημπορεί την λίμνη μου να σπείρη πέρα ως πέρα, Και ποιοςτα σύγνεφα ψηλά κοπάδια να βοσκήση; 'Σ το ρέμμα του Ασπροπόταμου ποιος ημπορεί να στήσητο χρόνο απάνω πέτρινο γεφύρι; Ας έρθη ομπρός μου Διαμάντια, ασήμι, μάλαμα, κι' όλο το βιο του κόσμου Να του χαρίσω αμέτρητο. Δεν άνοιξ' ένα στόμα, Κι' ουδ' ένας δεν ωμίλησε.

Εστάθη όρθιος, και έκαμε τον σταυρόν του. Μία μέρα ήλθε κουρασμένος από μίαν μακρυνήν λειτουργίαν, από τον Πλατανιά. Ήτα φθινόπωρον, ήτο ζέστη· το γαδουράκι εκεί οπού το άφησε να βοσκήση στης καλαμιαίς των θερισμένων αγρών, εδραπέτευσε, και ήλθε πεζός ο παπά-Κονόμος. Κ' εκράτει κ' ένα ταγαράκι γεμάτο φρέσκα φασουλάκια που τον εφίλεψαν.