United States or Senegal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τούτο δύναται να επιτύχη, είτε υποβάλλων εις τους οφθαλμούς το ικανόν να προκαλέση την συγκίνησιν ταύτην αντικείμενον, ως ο ζωγράφος, ο γλύπτης και ο παντομίμος, είτε αγωνιζόμενος να ερμηνεύση ο ίδιος την εκ τούτου εντύπωσιν και να μεταδώση αυτήν, έστω και αορίστως, εις τους άλλους, όπως πράττει ο μελοποιός.

Αλλά κατ' εκείνην την ώραν αι απότομοι γραμμαί των εκατέρωθεν βουνών, τα οποία έτι μάλλον εμεγέθυνε το προβαίνον σκότος, και αι μυστηριώδεις σκιαί, προμακρύνουσαι αορίστως την απέναντι ημών κοιλάδα, μας επροξένησαν εντύπωσιν όλως διάφορον των ωραίων νήσων, όσας είχομεν προηγουμένως επισκεφθή. Ο Νίκος ιδίως συνησθάνθη την διαφοράν. Η μέχρι της ώρας εκείνης ευθυμία του διεκόπη.

Εφρόνουν μεν ότι η Ωρωπία, εις τα όρια της οποίας εγένετο η μάχη και έκειντο οι νεκροί, ήτο υπήκοος των Αθηναίων, δεν εφρόνουν όμως ότι ηδύναντο να λάβουν τους νεκρούς άνευ της συγκαταθέσεως αυτών των Βοιωτών· αφ' έτερου δεν ήθελαν να συνθηκολογήσουν ως περί χώρας που ανήκεν εις τους Αθηναίους και επροτίμησαν να αποκριθούν αορίστως ότι ώφειλαν να αναχωρήσουν εκ της Βοιωτίας και να λάβουν όσα ζητούν.

Επέρασαν έξω από το βουρδουναριό, αντικρύ της σιδηράς πύλης του Κοινοβίου, ήτις ήτο κατάκλειστος. Άλλως, γυναίκες ποτέ δεν επήρχοντο εις το ιερόν περίβολον. Κατήλθεν εις τους κήπους όπου είχε συναντήσει την πρωίαν τον καλόγηρον, τον κηπουρόν, όστις της είχε ειπεί διάφορα ρητά από το Ψαλτήριον, τα οποία αυτή δεν ενόει, αλλ' αορίστως υπώπτευεν ότι προσηρμόζοντο κάπως εις την θέσιν της.

Όλ' αυτά τα διέκρινα αορίστως κάπως και όχι άνευ κόπου, διότι ενώ εκοιμώμην η θέσις του σώματός μου είχεν υποστή σπουδαίας μεταβολάς. Ήμην ξαπλωμένος ανάσκελα, καθ' όλον το μήκος του σώματός μου, επάνω εις ένα ξύλινον κουτί, πολύ χαμηλόν.

Λοιπόν δεν είναι πάθη ούτε αι αρεταί ούτε αι κακίαι, διότι δεν θεωρούμεθα αναλόγως των παθών μας σπουδαίοι ή ποταποί, αλλά αναλόγως των αρετών και κακιών μας, και διότι εξ αιτίας μεν των παθών μας ούτε επαινούμεθα ούτε κατακρινόμεθαδιότι δεν επαινείται ούτε κατακρίνεται πας όστις φοβείται ούτε πας όστις οργίζεται γενικώς και αορίστως, αλλά όστις φοβείται ή οργίζεται κατά ένα ωρισμένον τρόπον, ενώ εξ αιτίας των αρετών και κακιών επαινούμεθα ή κατακρινόμεθα.

Και τον ήκουεν η Σμάλτω, ευχαρίστως τον ήκουεν, ελκυομένη εις την φωνήν, μέχρις ου ησθάνθη την καρδίαν της σπαρταρίζουσαν αορίστως.

Διότι ούτε αγαθοί θεωρούμεθα με το να ημπορούμεν να πάσχωμεν αορίστως ούτε κακοί, και ούτε επαινούμεθα ούτε ψεγόμεθα. Εκτός τούτου δυνατοί μεν γινόμεθα εκ φύσεως, αγαθοί όμως ή κακοί δεν γινόμεθα εκ φύσεως. Περί αυτών δε εκάμαμεν λόγον προηγουμένως. Αφού λοιπόν δεν είναι ούτε πάθη ούτε δυνάμεις αι αρεταί, υπολείπεται να είναι καταστάσεις.

Τότε ενθυμούμαι πληρέστατα την δίκην, τους δικαστάς, τα σκοτεινά παραπετάσματα, την απόφασιν, την καταλαβούσαν με αφασίαν και την λιποθυμίαν. Πλήρης λήθη των περαιτέρω, παντός ό,τι αργότερα και δι' ισχυρών προσπαθειών κατώρθωσα να ενθυμηθώ αορίστως. Μέχρις εκείνης της στιγμής δεν είχα ανοίξει τα μάτια. Είχα την εντύπωσιν ότι είμαι ξαπλωμένος χωρίς δεσμά.

Ομολογώ δε ότι και εγώ ο ίδιος, ο εκ προσωπικών και οικογενειακών αφηγήσεων αρκετά καλά γνωρίζων τον πάντοτε κινήσαντα το ενδιαφέρον μου βίον του, εύρισκον, συλλέγων τα έργα του, πολλά γεγονότα, άτινα αορίστως πως κατωπτρίζοντο εν τη μνήμη μου, βεβαιούμενα και εξακριβούμενα.