United States or South Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όποιον κυριεύση έξαψις εντελώς παράφορος είτε δικαίως είτε όχι, ώστε να επιθυμήση να απομακρύνη από το συγγενολόγι του εκείνον που εγέννησε και ανέθρεψε, ας μη επιτρέπεται τόσον ασημάντως ούτε τόσον γρήγορα να εκτελή αυτό, αλλά πρώτον ας συγκεντρώση όλους τους συγγενείς του μέχρι των εξαδέλφων, επίσης δε και τους συγγενείς του υιού του εκ μέρους της μητρός, και εμπρός εις αυτούς ας ομιλήση εναντίον του διαφωτίζων αυτούς ότι είναι άξιον χάριν όλων να αποκηρυχθή από το συγγενολόγι.

Η δε επιθυμία, μόλις ειπή ο λόγος ή η αίσθησις ότι τούτο είναι ηδονικόν, ορμά προς την απόλαυσιν. Ώστε η μεν έξαψις κάπως ακολουθεί τον λόγον, η επιθυμία όμως όχι. Διότι είναι χειροτέρα. Δηλαδή όστις είναι ακρατής της εξάψεως, νικάται κάπως από τον λόγον, όστις όμως είναι ακρατής της επιθυμίας δεν νικάται από τον λόγον.

Η πιθανότης τούτου δεν είχε παύσει να συζητήται μεταξύ του λαού, και η προσδοκωμένη άφιξις του προφήτου της Γαλιλαίας εθεωρείτο μετά μεγάλης περιεργείας και ενδιαφέροντος. Όταν άρα γνωστόν κατέστη λίαν πρωί της μιας των Σαββάτων ότι κατά την ημέραν ταύτην Εκείνος βεβαίως θα εισήρχετο εις την Αγίαν Πόλιν, μεγίστη ήτο η έξαψις.

Διατί λοιπόν της καταδρομής η εξακολούθησις; Διατί της τρομοκρατίας η διαιώνισις, ενώ πάσα αντιστάσεως πιθανότης εξέλιπε ; Μη δεν ήρκεσαν τα πεσόντα ήδη αθώα θύματα ; Μη δεν εκορέσθη αρκούντως της τουρκικής λύσσης η έξαψις ; Ταύτα σκεπτόμενοι επεριμένομεν από ημέρας εις ημέραν την διακήρυξιν αμνηστείας και την άδειαν να επιστρέψωμεν εις τας εστίας μας.

Η δε έξαψις καθώς και η εκτράχυνσις είναι φυσικώτεραι από τας επιθυμίας της υπερβολής και τας μη αναγκαίας, καθώς εκείνος που εδικαιολογείτο όταν έδερνε τον πατέρα του λέγων: «και αυτός έδερνε τον ιδικόν του και εκείνος τον παραπάνω». Και αφού έδειξε το παιδίον του είπε : «και αυτός θα δείρη εμέ όταν μεγαλώση, διότι το έχει το αίμα μας». Επίσης ο συρόμενος από τον υιόν του τού έλεγε να σταματήση έως εις την θύραν, διότι και ο ίδιος έως εκεί έσυρε άλλοτε τον πατέρα του.

Με την τελευταίαν φράσιν επραΰνθη ολίγον η έξαψίς της και με ηρεμώτερον τρόπον εξηκολούθησεν: — Εμένα μαρέσει το Μανωλιό, σου τώπα κιάλλη φορά, και χαρά μου θα τώχα να τόνε κάμω γαμπρό.

προαίρεσις δεν είναι ούτε επιθυμία ούτε έξαψις.& — Όσοι δε θεωρούν την προαίρεσιν ως επιθυμίαν η έξαψιν ή βούλησιν ή καμμίαν κρίσιν φαίνεται ότι δεν λέγουν την αλήθειαν. Διότι η προαίρεσις δεν είναι κοινή και εις τα άλογα ζώα, ενώ είναι κοινή η επιθυμία και η έξαψις. Και ο ακόλαστος με επιθυμίαν μεν πράττει, όχι όμως και με προαίρεσιν.

Δηλαδή φαίνεται ότι η έξαψις ακούει μεν κάπως τον λόγον, αλλά δεν προσέχει να ακούση καλά, καθώς οι βιαζόμενοι υπηρέται, οι οποίοι πριν να ακούσουν όλην την παραγγελίαν παίρνουν δρόμον, και έπειτα σφάλλουν εις το πρόσταγμα, επίσης δε και οι κύνες πριν να ιδούν αν είναι κανείς φίλος, αρκεί να ακούσουν κρότον, αμέσως γαυγύζουν.

ΕΔΓΑΡ Κανείς αχρείος θα μ' εσυκοφάντησε. ΕΔΜ. Το υποπτεύομαι. Έχε υπομονήν, έως ου να μετριασθή η έξαψίς του. Κάμε ό,τι σου λέγω. Κλείσου εις την κατοικίαν μου και θα σου εύρω τρόπον ν' ακούσης τον πατέρα μας τι λέγει. Πήγαινε, σε παρακαλώ. Πάρε το κλειδί μου· κύτταξε, αν τύχη και σαλεύσης απ' εκεί, να ήσαι ωπλισμένος. ΕΔΓΑΡ Ωπλισμένος, αδελφέ! ΕΔΜ. Αδελφέ, σε συμβουλεύω διά το καλόν σου.

Τοιαύτα επέταττεν η ευσέβεια των χρόνων εκείνων, ήτις και αυτήν την μέθην καθίστα θεάρεστον έργον. Εντούτοις η νυξ επροχώρει, ο σ τ ρ α β ο υ λ ά ρ ι ο ς είχεν αποκοιμηθή, το έλαιον της λυχνίας και ο οίνος της λαγήνου εξηντλούντο και μόνη η έξαψις των ρασοφόρων προέβαινεν αυξάνουσα ανά παν ποτήριον.