United States or Czechia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η εντύπωσις όλης αυτής της οδοιπορίας, το νυκτερινόν εδώ επάνω κατάλυμα η εν καιρώ νυκτός πορεία, αι φάραγγες μέσα εις τους βράχους όπου το νερό πριονίζει τους πετρίνους όγκους εις χρονικόν διάστημα, του οποίου η μέτρησις εκπλήσσει την διάνοιαν, εχαράχθησαν αλησμόνητα μέσα εις τον νουν του Ρούντυ.

Αλλά απάνω στη φλόγα του πυρετού, ακατάπαυστα η επιθυμία, σαν μανιασμένο άλογο τον έσπρωχνε κατά τους πύργους τους καλοφτιαγμένους όπου βρισκότανε κλεισμένη η Βασίλισσα: άλογο και καβαλάρης τσακιζόντανε στους πέτρινους τοίχους. Άλογο και καβαλάρης σηκωνόντανε αμέσως και ξανάρχιζαν τον ίδιο καλπασμό.

Κι ανάμεσα στις φωνές, που με σπρώχνανε στην εργασία, άκουγα έναν ήχο, που νόμιζα πως τον αναγνώριζα: «Είναι ο πατέρας με το παιδί του!» Ο πατέρας με το παιδί του! Πού το είχα ακούσει; Πότε είχα νοιώσει αυτή τη δαιμονισμένη βία; Είτανε σα να σφυρίζανε καμουτσίκια, σα να πετούσανε σπίθες τα πέταλα σε πέτρινους δρόμους, σα να αιστανόμουνα το νυχτερινό αέρα να δροσίζη το φλογισμένο δέρμα μου.

Ακόμη υψηλότερα επάνω εφάνησαν δύο ορειναί αίγες· του Ρούντυ τα μάτια ήστραψαν, αι σκέψεις του επήραν νέον δρόμον, αλλά δεν ήτο αρκετά πλησίον, ώστε να ημπορέση να της σημαδεύση με ασφαλές σημάδι. Ανέβη υψηλότερα επάνω, όπου τραχεία μόνον χλόη μέσα εις τους πετρίνους όγκους ηύξανεν· αι αίγαγροι επήγαιναν με άνεσιν επάνω εις το χιονοπέδιον, ετάχυνε το βήμα του.

Τούμαθε να χειρίζεται το κοντάρι, το ξίφος, την ασπίδα, και το τόξο, να ρίχνη τους πέτρινους δίσκους, να πηδάη με μιας τα πειο πλατειά χαντάκια. Τον έμαθε να μισή το ψέμμα και την απιστία, να βοηθή τους αδυνάτους, να κρατάει τον όρκο του. Τούμαθε διάφορους τρόπους άσματα, τον έμαθε να παίζη άρπα, καθώς και την τέχνη του αρχικυνηγού.

Έκαμαν τον περίπατόν των κάτω προς την Σιγιόν, το παλαιόν σκυθρωπόν φρούριον, το κτισμένον επάνω εις το νησάκι των βράχων, μόνον και μόνον διά να ίδουν τα μαρτυρικά σκεύη, τα νεκρικά δεσμωτήρια, της σκουριασμένες αλυσσίδες εις τους βραχώδεις τοίχους, τους διά τους εις θάνατον καταδικασμένους πετρίνους κοπάνους, τας θύρας της πτώσεως, διά των οποίων κατεκρήμνιζον τους δυστυχείς και τους διαπερνούσαν εις σιδηρούς, σουβλερούς πασσάλους διά να τους καύσουν.