United States or Seychelles ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' επανελάμβανε τους αφορήτους στεναγμούς, επιτείνων μάλιστα αυτούς οσάκις τυχόν, πτωχή γειτόνισσα, μη τολμώσα να εισέλθη, ήρχετο δειλώς μέχρι της θύρας και ηρώτα πώς ήτο η ασθενής. Βεβαίως η γρηά Κομνιανάκαινα έπασχεν, αλλ' ίσως εμεγαλοποίει το πράγμα. Έκλαιε «τα νειάτα της», έλεγεν ότι δεν θα προφθάση να κάμη εφέτος Πάσχα.

Καλά, τρεχάτε να πάρτε τα σχαρίκια, απάνω στης Αναγκιάς, να το πήτε της Χ... και της κόρης της, είπεν ο πορτάρης, αφού οι δύο αγροδίαιτοι νέοι είπαν και ξαναείπαν την είδησιν, και αυτός μόλις εκατάλαβε τι ήθελον να είπουν. Η γρηά Κομνιανάκαινα είχε χώσει την ρόκα υπό την τραχηλιάν της, κ' εποδάρωσε κ' έτρεξεν απνευστί προς την επάνω συνοικίαν.

Διότι δεν υπήρχε μόνη η Μανιά γραία εις το χωρίον. Ήτο η γρηά Κομνιανάκαινα, κατοικούσα εις μικράν καλύβην αμέσως εντός της πύλης του φρουρίου. Αυτή πρώτη ήκουσε το μαντάτον από τους δύο παραγυιούς του κηπουρού, του Κωνσταντή του Άγγουρα, οπού εμβήκαν το βράδυ στο Κάστρον.

Αντί της αθώας χαράς, αντί της αφάτου ευτυχίας του παιδικού Πάσχα, ήτο η λύπη η βαρεία, η ανεπανόρθωτος συμφορά. Ευτυχώς η γρηά Κομνιανάκαινα δεν απέθανε, και ο υιός της έφθασεν απόπασχα με το γολεττί, και ήρχιζε να καλλωπίζηται και να στρίβη τον μύστακα αποβλέπων εις δεύτερον γάμον.

Τον υιόν της τον καπετάν Κομνιανόν, τον επαντρολογούσεν ήδη η γρηά Κομνιανάκαινα, αν και δεν είχε χρονίσει ακόμη η νύμφη της, η μακαρίτις. Τα δύο ορφανά, μία κόρη οκταέτις και έν τετραετές παιδίον, εφόρουν μαύρα, κατάμαυρα, όπου εστενοχώρουν κ' εχλώμιαιναν τα πτωχά κάτισχνα κορμάκια των, και ήτον καϋμός καρδιάς να τα βλέπη τις.

Πώς να περάση την ζωήν του χωρίς να έλθη εις δεύτερον γάμον; Και τα ορφανά, και αυτά θα εύρισκαν μητέρα, μίαν οικοκυράν, ήτις από τώρα επροσφέρετο μάλιστα να έλθη να την υπηρετήση, καλήν εις την ασθένειάν της. Αλλ' η γραία Κομνιανάκαινα, μη θέλουσα να παραβή την αρχήν της, δεν εδέχθη την εκδούλευσιν.