United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αντί της αθώας χαράς, αντί της αφάτου ευτυχίας του παιδικού Πάσχα, ήτο η λύπη η βαρεία, η ανεπανόρθωτος συμφορά. Ευτυχώς η γρηά Κομνιανάκαινα δεν απέθανε, και ο υιός της έφθασεν απόπασχα με το γολεττί, και ήρχιζε να καλλωπίζηται και να στρίβη τον μύστακα αποβλέπων εις δεύτερον γάμον.

Ούτω παρήρχοντο αι ημέραι και νύκτες της αθώας αυτής οικογενείας. Ευδαίμονες γυναίκες! Έχε πλούτον, δεν έχεις χαράν, είσαι πένης. Έχε ξηρόν άρτον. Έχεις χαράν; Είσαι πλούσιος. Ευδαίμονες γυναίκες! Την άνοιξιν όμως πράγματι εμόχθουν η καλή μήτηρ και αι τέσσαρες θυγατέρες της.

Περιωρίζετο συνήθως εις ακροστιχίδας, προέβαινεν ενίοτε εις εξύμνησιν της αργυράς σελήνης και της εσπερινής αθώας αύρας, ή και απεθρασύνετο μέχρι περιπαθούς θρηνωδίας προς φανταστικήν ερωμένην, σπανίως δε σπανιώτατα ανεκλαδούτο εις επικολυρικόν τι μυθολόγημα, κατά κρατούντα τότε βυρώνειον συρμόν.

Εβεβαίου δε η αγαθή γυνή, ότι ανεξήγητος ευωδία ανήρχετο τότε από του ύδατος, ως θυμίαμα αθώας ψυχής αναβαίνον προς τον θεάνθρωπον Πλάστην. Πέντε άνδρες είχον κατέλθει εις το Πρωί, μίαν Κυριακήν του Ιουλίου του έτους 1875, και εκ των πέντε τούτων οι τρεις ήσαν αρχαιολόγοι με δίοπτρα.

Δεν ήλπιζε πλέον, ούτε ηύχετο σχεδόν, να ήρχετο η Σινιωρίτσα αύριον εις την πανήγυριν, όπως ήρχετο τακτικά κάθε χρόνον, άλλοτε, όταν ήσαν «μονιασμένοι», — όπως είχεν έλθει και άπαξ, εις καιρόν όπου ευρίσκοντο χωρισμένοι, προ δεκαπέντε ετών . . . Τώρα μόνον η ψυχή της Κούμπως, της αθώας μικράς παρθένου, είθε να παρίστατο αοράτως εις την πανήγυριν αγαλλομένη.

Αι επικρίσεις εναντίον του θαύματος τούτου υπήρξαν εκτάκτως ματαιόσχολοι, άτε βασισθείσαι κατά το πλείστον επί της αμαθείας ή της προλήψεως, υπό εκείνων οίτινες αρνούνται την θεότητα του Ιησού Χριστού, ωνομάσθη ποινικόν θαύμα, θαύμα εκδικήσεως, θαύμα ανοικείου οργής, παιδαριώδης επίδειξις ανυπομονησίας εν απογοητεύσει, άδικος οργή εναντίον της αθώας φύσεως.

Υπήρξαν τα σημεία της θείας αποστολής Του· αλλά το κυριώτερον τέρμα των ήτο η ανακούφισις των ανθρωπίνων κακοπαθειών, η ανάδειξις ιεράς τινος αληθείας, ή, ως εις την παρούσαν περίστασιν, η αύξησις της θεμιτής και αθώας χαράς. Έν αφανές χωρίον, πτωχικός γάμος, οικία πενιχρά, ταπεινών αγροτών ομήγυρις, παρέστησαν εις έν των μεγίστων δειγμάτων της θείας παντοδυναμίας.

Ήτο πρόθυμος εντοσούτω όταν εκαλείτο, να μετέχη της αθώας χαράς του Σίμωνος, του Λευί, της Μάρθας ή το νυμφίου του εν Κανά γάμου.

Γυναίκες, κατελθούσαι από της ελικοειδούς ατραπού του βράχου, και νεάνιδες και παιδία με φλυαρίαν ατελείωτον προσεπάθουν να μετακομίσωσι τους σάκκους. Ο τελωνοφύλαξ, ως ιέραξ κεκρυμμένος εις το ύψος του καθήκοντός του, ητοιμάζετο με τους γαμψούς όνυχάς του να επιπέση κατά της αθώας λείας, ότε την ορμήν του ψυχραίνει γραία τις, φωνάζουσα μετά δακρύων σχεδόν.

Όταν έφτασε στην ηλικία, που οι γονείς μπορούνε να καταγίνουνται με τα τέκνα τους, τον ακολουθούσανε πάντα δυο μάτια, δυο μάτια που χαιρόντανε στο κάθε κίνημά του, εννοούσανε και του δίνανε θάρρος σε κάθε λόγο του, καθρεφτίζανε κάθε κίνημα της τρυφερής κι αθώας ψυχής του καθαρότερα και καλήτερα παρότι θα το έκανε ο ίδιος.