United States or Gibraltar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φυσομανάει η θάλασσα, τα κύματα βογγούνε, Κ' ένα με τ' άλλο σπρώχνονται και σπαίνουν στ' ακρογιάλι· Κ' εκεί που η κόρη τα 'ρωτά, βλέπει ένα θεριωμένο Να ψηλωθή, να ψηλωθή, τα βράχια να περάση, Και να την πνίγη 'ςτόν αφρό. Τραβιέται η κόρη 'πίσω, Και κλειώντας την αγκάλην της, που ολάνοιχτη βαστούσε Τον ακριβό της να δεχθή, σφίγγει 'ςτά στήθηα απάνου Παραδαρμένο ένα κορμί, και άψυχο και κρύο.

Το βαθύ πρωί, νύχτα ακόμα, πριν λαλήσουν οι πετεινοί, άμα ήκουσε το σήμαντρο της εκκλησιάς, σηκώθηκε, νύφτηκε, άναψε το καντήλι στο εικόνισμα, έκανε το σταυρό της, άναψε τη φωτιά, κι' έβαλε ψηλά ένα μεγάλο κούτσουρο· έφκιασε τρία-τέσσαρα κηριά, από ένα κρουγγί κηρί, που είχε ψηλά σε μια σκαλοφρύδα, γέμισε το ροΐ της λάδι, πήρε το πρόσφορό της, και κίνησε για την εκκλησιά, κλειώντας πίσω της τη θύρα μόνον με το μάνταλο, για να μπορέση να μπη μέσα μονάχο του, το ξενιτευμένο της το παιδί.