United States or Mongolia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μπα, όσα πειράγματα και αν ειπούν δεν θα φτάσουν ποτέ σε τέτοιο κακούργημα... Και άξαφνα Κώστας ο θερμαστής άρχισε με φωνή παραπονιάρα βλέποντας τον Κιμωλιάτη τον μάγερα: — Κι' αν μάθης πως έπεσ' από τον κούντρο, μην το πιστέψης μάτια μου... Κι' αν μάθης πως έπεσ' από τον παπαφίγγο, μην το πιστέψης μάτια μου... Μ' αν ακούσης πως έπεσ' η καζάνα και μ' επλάκωσε, πίστεψέ το!... πίστεψέ το!...

Τώρα όμως που με το δεύτερο φονικό τη συνεπήρε η τρομάρα, μονάχη χριστιανή εκεί απάνω μέσα στους Τούρκους, λυσσασμένους όλους με τάξαφνο, ταδόκητο το κακούργημα, ροβολώντας η Ασήμω από χαμόδεντρα κι' από βράχους φαινότανε ζορκάδα πάλε λυγερή, γοργοκίνητη και περίτρομη, που την κυνηγούσε λιμασμένο θεριό να τη φάη. Τρύπωσε μες στο καλύβι της θειας της. Τη βρήκε και τοιμαζότανε για το λείψανο.

Αλλά το έγκλημα, οιαδήποτε η επιτυχία αυτού, είναι πράξις φοβερά, συνεπαγομένη την βίαν και την αναστάτωσιν· όπως δ' εν τη γαλήνη βίου ευδαίμονος διαπράξη τις αίφνης κακούργημα, ανάγκη να υπάρχη κατά το φαινόμενον τουλάχιστον, λόγος ισχυρός προς τούτο.

Τα σχέδιά μου ημπορεί αυτό να τ' ανατρέψη και να κρημνίση όλα μου τα όνειρα. Εξ άλλου, πολύ πικρά τα νέα του δεν είναι δι' εμένα. Θα στείλω την απάντησινολίγον. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Κι' ο Εδμόνδος πού ήτον, ενώ έβγαζαν τα 'μάτια του πατρός του; ΑΓΓΕΛ. Συνώδευε την δούκισσαν εδώ. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Εδώ δεν ήλθε. ΑΓΓΕΛ. 'Σ τον δρόμον τον απήντησα κ' επέστρεφεν, αυθέντα. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Γνωρίζει το κακούργημα;

ΑΜΛΕΤΟΣ Φανερό πράγμα· έργα καταχθόνια, δηλαδή κακούργημα. ΟΦΗΛΙΑ Τούτο το θέαμα, ως φαίνεται, προσημαίνει το θέμα του δράματος. Εισέρχεται ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΑΜΛΕΤΟΣ Τούτος θα μας πληροφορήση· οι ηθοποιοί δεν κρατούν μυστικό, θα τα ειπούν όλα. ΟΦΗΛΙΑ θα μας ειπή τι εδηλούσε εκείνο το θέαμα;

Αλλά θα παρατηρήση τις ότι ενίοτε, όταν ο διαβάλλων είνε κατά τα άλλα δίκαιος και φαίνεται συνετός, είνε αξιόπιστος και κατ' ανάγκην δίδομεν προσοχήν και πίστιν εις τους λόγους του, καθότι τον θεωρούμεν ανάξιον να πράξη τοιούτον κακούργημα.

Και ενώ αναπαύεται εις την πεποίθησιν ότι το δεύτερον τούτο κακούργημα θα του αποδώση την ησυχίαν, έξαφνα βλέπει με φρίκην την εικόνα του πρώτου κακουργήματός του εις την σκηνικήν παράστασιν· εις την ανεξήγητον αποκάλυψιν αισθάνεται το Θείον οπού θα εφώτισε τον ορφανόν του δολοφονημένου αδελφού του.

Αλλά αμέσως μεσολαβεί το φιλοσοφικόν στοιχείον μέσα του· εις το φοβερόν κακούργημα, το οποίον εκατορθώθη με τόσην ψυχρότητα και τέχνην, αυτός, επί τέλους, δεν βλέπει παρά ένα δείγμα συστήματος αδικίας οπού κυριεύει όλα τα ορατά πράγματα του κόσμου τούτου.

Άλλοι Κριτικοί ευρίσκουν τον λόγον της ηθικής αμηχανίας του Αμλέτου εις την δυσκολίαν της αποστολής του· κατ' αυτήν την γνώμην, προς την οποίαν κλίνει η κριτική της εποχής μας, ο Αμλέτος στενοχωρείται από την σκέψιν ότι καλείται να τιμωρήση κακούργημα το οποίον αυτός μόνος γνωρίζει, ώστε, εάν φονεύση τον φονέα του πατρός του, θα εκτελέση δικαίαν πράξιν, την οποίαν όμως δεν δύναται να δικαιολογήση εις τα όμματα του κόσμου.

Το δραματικόν θέμα, το οποίον φυσικώς πηγάζει από το αρχικόν κακούργημα, από την δολοφονίαν του πατρός του Αμλέτου, συνίσταται εις τούτο, ότι ο μεν αδικημένος υιός και διάδοχος του θρόνου αισθάνεται το καθήκον και κυριεύεται από το πάθος να τιμωρήση τον φονέα του πατρός του και επιβάτην της βασιλείας, ο δε δολοφόνος έχει συμφέρον να προλάβη τον εχθρόν του και να τον θανατώση, όπως σωθή αυτός και χαρή εις το εξής ακίνδυνα τους καρπούς του εγκλήματός του.