United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φουσκώνει ο πόνος, πέλαγο γίνεται και με πνίγει, βράχος άψυχος έγινα και τα βαστώ τα τόσα του κύματα, που με δέρνουνε, με δέρνουν, και να με λυώσουνε δε μπορούν. Τα παιδιά μου τα συνεπήρε η οργή τους, και γω ορθοστέκουμαι ακόμα και ζω κι ανεσαίνω μέσα στη φοβερή τη φουρτούνα. Αχ, Αρετούλα μου, Αρετούλα! Τι όνειρα να λογιάζης μέσ' απ' το ξενιτεμένο σου στρώμα!

Κάπου κάπου δίχως άλλο κρυφογλιστρούσαν και ψεύτικοι άγιοι, με σκοπό να ωφεληθούν από την ευλάβεια που συνεπήρε τον κόσμο· καθώς και ψεύτικα θάματα κ' ιερολείψανα. Αυτά όμως δεν είναι μήτε της ώρας μήτε της ιστορίας μας.

Ούτε καιρό εκύταξε ούτε τίποτα, μόνον πάρσιμο την άγκυρα κ' εμπρός. Και να ιδής που συνεπήρε και άλλους το κίνημά του. Πολλά καράβια ήσαν έτοιμα να φύγουν μα έμεναν βλέποντας συλλογισμένον τον καιρό. Τόρα όμως εβγήκαν κ' εκείνα στα πανιά. Μα η Πεντέχτη έδειχνε πως δεν θα παίξη. Γύρω τα ουρανοθέμελα ήσαν κατάσκουρα· ο ήλιος εβασίλεψε συλλογισμένος.

Τι ομπρός στο κάστρο πέζεψαν και στο καραβοστάσι οι Τρώες οι λιοντόψυχοι κι' οι ξακουστοί σύμμαχοι και μες στον κάμπο καιν πολλές φωτιές, και λεν πια τώρα πως σβάρνα ως μες στα φτερωτά καράβια θα μας πάρουν. 235 Κι' όλο του Κρόνου ο γιος δεξά σημάδια δείχνοντάς τους αστράφτει· κάτου ο Έχτορας φωτιά γιομάτος άγρια, παντού χειμάει ορπίζοντας στο Δία, ούτε λογιάζει θεούς κι' αθρώπους, μον φριχτή τον συνεπήρε φρένια.

Δεν αποβάσταξε όμως ως τέλος ο χρυσόκαρδος ο Ιεράρχης, μόνο μιλώντας απάνω σε μια από τις μεγαλήτερες εκείνες συφορές, συνεπήρε τον ταραγμένο του νου η θλίψη κ' η απελπισία, αντρίκια όμως κι αυτή. «Ως πότε» έλεγε «ως πότε θα στέκουμαι στα τειχίσματα απάνω;... Πάει πια, πιανούμαστε, δενούμαστε, πουλιούμαστε σκλάβοι... Κι ως τόσο εγώ θα μείνω εκεί που βρέθηκα, στην Εκκλησιά μου, στη χώρα μου.

Τότ' είπες, Πάτροκλε αλογά, με στεναγμούς και κλάμα 20 «Ω αδέρφι, του Πηλέα γιε, των Αχαιών αθέρα, συμπάθα· τι άγρια το στρατό φουρτούνα συνεπήρε. Τι όσοι είταν πριν οι πιο καλοί, από σαΐτες όλοι κι' από κοντάρια κοίτουνται στα πλοία χτυπημένοι. Σαΐτα του Τυδέα ο γιος, και κονταριά ο Δυσσέας, 25 έφαγε κονταριά κι' ο γιος τ' Ατρέα ο Αγαμέμνος· κι' έχει αρπαγμένα στο μερί σαΐτα ο γιος του Βαίμου.

Τότες του κραίνει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης «Γιε του Λαέρτη θεϊκέ, πολύτεχνε Δυσσέα, συμπάθα, τι όλους μας βαρύ κακό μας συνεπήρε. 145 Μα έλα μαζί να κράξουμε και τους λοιπούς πρωτάρχουςΕίπε, κι' εκείνος τρέχοντας μες στην καλύβα, ρήχνει 148 στην πλάτη ασπίδα πλουμιστή και πάει τους ξανασμίγει.

Κι η βροχή τους συνεπήρε, και τους σκέπασε σε λίγο απ' τα μάτια μου τους δυστυχισμένους αυτούς β ι ο π α λ α ι σ τ ά ς των βουνών που δεν τους πολεμά η Ζωή μονάχα, αλλά κι αυτή η Φύση. Ο ήλιος που βασιλεύει τόσο όμορφα τις χινοπωρινές βραδιές, κρύβουνταν στα βουνά με μια απέραντη τριανταφυλλένια αναλαμπή.

Από τ' ακούραστο κυνήγι του Χάρου, απόμειναν τρία αδέρφια. Ο μικρότερος υπηρετούσε τόρα, ως καθυστερούμενος στο στρατό από το καλαικαίρι που μας πέρασε, ο δεύτερος, αχ! ο δεύτερος που να μην έσωνε κι αυτός, εκεί που βρέθηκε, 'ρίχτηκε στα πολιτικά και τους συνεπήρε κι αυτούς μαζί του.

Τρίκλωνο δέντρο, που τόρριξε το ποτάμι και το συνεπήρε, κι αφήκε την άχαρη αυτή ρίζα. Μήτε βογκητό δεν ακούγω! μήτε μάννα δε φωνάζουν πια τα χειλάκια τους! Έχουνε δεν έχουνε μάννα, το ίδιο τους κάνει τώρα.