United States or Panama ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ακριβώς σαν το σαράκι, όλα τα έκανε εκείνος κρυφά. Ροκάνισε, ροκάνισε, ροκάνισε και τώρα γιατί απορούσε που όλα γύρω του έγιναν κομμάτια; Έπρεπε να φύγει∙ αυτό μόνο καταλάβαινε. Μια μικρή ελπίδα μόνο τον στήριζε ακόμη, όπως το κοτσάνι, χλωρό ακόμη, στήριζε το χλωμό πανσέ που εκείνος κρατούσε ανάμεσα στα δάχτυλα. Ο Θεός δεν θα εγκατέλειπε τις δυστυχισμένες γυναίκες.

Φαίνεται ότι η σήμερον καλουμένη Ελλάς δεν κατωκείτο διαρκώς έκπαλαι, αλλά πρότερον συνεκροτείτο εκ μεταναστάσεων και ευκόλως καθείς εγκατέλειπε την εαυτού χώραν, βιαζόμενος υπό τινων πάντοτε πλειόνων. Μάλιστα δε της γης η αρίστη είχε κατοίκων πάντοτε μεταβολάς, η σήμερον Θεσσαλία καλουμένη, και η Βοιωτία, και τα πλείστα της Πελοποννήσου πλην της Αρκαδίας, και αι άλλαι χώραι αι μάλλον εύφοροι.

Εκτός των ιστορικοεκκλησιαστικών μελετών, ας ουδέποτε τελείως εγκατέλειπε , και της φιλολογίας, της κριτικής και της αισθητικής, αίτινες φυσικώ τω λόγω ήσαν ο κύριος σκοπός του βίου του, εστράφη προς συστηματικήν μελέτην των θετικών επιστημών, της φυσιολογίας και της ιατρικής, εν δε και των πολιτικοοικονομικών, χωρίς διά τούτο να παραμελήση τας καλάς τέχνας.

Φοβόταν, αλλά για τίποτε στον κόσμο δεν θα εγκατέλειπε τον τυφλό. Έμεινε εκεί μια ώρα, δυο, τρεις. Ο τόπος ήταν έρημος: ο κόσμος ήταν κάτω, στο πανηγύρι, και το χωριό σ’ εκείνη τη γωνιά έμοιαζε ακατοίκητο. Ο ήλιος έπεφτε επάνω στις στέγες από σχίζες των μικρών, χαμηλών και φτωχικών σπιτιών που έμοιαζαν με καλύβες.

Στα σκαλοπάτια της εξώπορτας τίναξε τα πόδια του, το ένα μετά το άλλο, για να μην πάρει μαζί του ούτε τη σκόνη από το σπίτι που εγκατέλειπε. Κεφάλαιο δέκατο τρίτο Έξω τον περίμενε ο Τσουαναντόνι. «Σας φώναξα τρεις φορές. Πάμε, η γιαγιά μου δεν είναι καλά και θέλει να σας μιλήσει. Γιατί δεν έρχεστε; Μη φοβάστε, δε θα σας πάρουμε το ψωμί απ’ το δισάκι