United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Μανώλης περιέφερε θηριώδη βλέμματα, αλλά τα παιδιά είχαν κρυβή ή τραπή εις φυγήν και δεν είδε κανένα. Το παρανόμι πλέον ολίγον τον επείραζε· το είχε συνηθίσει όπως συνηθίζει κανείς χρόνιον νόσημα. Άλλως τε τόσοι άλλοι εις το χωριό είχαν κοντά εις το αληθινόν και ένα χλευαστικόν όνομα. Δεν ήτο μόνος. Αλλ' η φράσις εκείνη του έκαμνεν εντύπωσιν ραπίσματος.

Ο διδάσκαλος επέστρεψε βραδυπατών και υβρίζων πάντοτε εις την καθέδραν του· αλλ' ο Αλέξανδρος δεν ήτο εξ εκείνων, τους οποίους καταβάλλει επί μακρόν η δριμεία συναίσθησις ενός ραπίσματος. Μετ' ολίγα μόλις λεπτά έκυπτε πάλιν ενώπιόν του, απαθής μεν κατά το φαινόμενον, αλλά συντόνως ασχολών τας χείρας του υπό το θρανίον.

Αλλά &συ&, και &σα&». Και αυτοί οι κόλακες και οι θεράποντες του Άννα ησθάνθησαν το σφαλερόν της θέσεως του κυρίου των υπό την επιτίμησιν ταύτην· ησθάνθησαν ότι ενώπιόν της αθωότητος του νεαρού τούτου Ραβδί του εκ Ναζαρέτ, η υποκρισία του γηραιού Σαδδουκαίου εταπεινώθη. «Ούτως αποκρίνη τω Αρχιερείείπεν είς τούτων μετά θυμού και ύβρεως· και χωρίς ο κύριός του να τον επιπλήξη, εβεβήλωσε διά του πρώτου ατίμου ραπίσματος το ιερόν πρόσωπον του Χριστού.

Δάσκαλε, εψέλλισε το παιδίον, &κάμνον το σχήμα& με τον δάκτυλον εις το ωτίον, την έχασα την &Αριστορία& μου. — Αμελή! κακοήθη! άτακτε! ωρμάθιασεν ο διδάσκαλος κ' εκοκκίνησε δι' ελαφρού ραπίσματος την παρειάν του μαθητού. Άλλοτε εκτύπα πολύ γερώτερα, έσπαζε μάλιστα βέργαις εις την ράχιν των παιδίων. Αλλ' αφότου ηρραβωνίσθη, δεν του ήρεσκε να κτυπά. Μετέβη εις τον δεύτερον.

Και στραφείσα αίφνης προς τας αναμενούσας γυναίκας λέγει οργίλως: — Τι κάθησάστε, θαπώ! Αι γυναίκες εξαφνισθείσαι κατετρόμαξαν ως εκ ραπίσματος, εξαφνικού. Ταυτοχρόνως ήλθε και κοράσιον μικρόν ξεμαλλιάρωτον με κάτι εμβάδας μεγάλας γυναικείας και ερωτά: — Θεια-Μιλάχρω, είπ' η μάννα μ', θα κουλλήσης άλλη φουρνιά, λέει; — Όχι, κορίτσι μ'! απήντησεν η Μιλάχρω.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ειπέ ότι δεν είναι αληθές· θα σου δώσω μίαν επαρχίαν, και θα έχης λαμπράν προαγωγήν. Διά του ραπίσματος, το οποίον έλαβες, εξιλεώνεις την οργήν την οποίαν μου διήγειρες. Θα σου χαρίσω δε οιονδήποτε δώρον μου ζητήσης. ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Ενυμφεύθη, κυρία. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Μοχθηρέ, πολύ έζησες. ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Α! τότε φεύγω. Τι σκοπόν έχεις, κυρία; εγώ δεν έπταισα εις τίποτε.