United States or Brazil ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και νερό αναβρύζοντας από κάποια πηγή έκανε να τρέχη ποταμάκι ως που και λειβάδι χαριτωμένο απλώνονταν εμπρός στη σπηλιά, επειδή από την υγρασία φύτρωνε πολύ και μαλακό χορτάρι. Κ' ήταν εκεί κρεμασμένα και καρδάρες και παγιαύλια και σουραύλια και φλογέρες, γεροντότερων βοσκών τάματα. Στη σπηλιά αυτή των Νυμφών πηγαίνοντας συχνά προβατίνα νιόγεννη, έκανε πολλές φορές να θαρρούν πως χάθηκε.

Κ' ευρόντας τη ν' αρμέγη και να τυροκομάη και για το γάμο τα καλά μαντάτα της έλεγε κι από κείνη τη στιγμή φανερά σαν γυναίκα του τήνε γλυκοφιλούσε και της βοηθούσε στη δουλειά· άρμεγε στις καρδάρες το γάλα· εστράγγιζε στις καλαμωτές τα τυριά· έβανε κοντά στις μαννάδες τους τ' αρνιά και τα κατσίκια.

Όταν προ ολίγων μηνών απέθανεν ο συχωρεμένος ο γέρω-Γκόρας, δεν της αφήκεν ειμή την αχυρίνην καλύβαν του εις μίαν ράχην του Άι-Γιώργη, δύο καρδάρες, δέκα χονδρά κουδούνια, δύο τσαντίλες, τρεις αγκλίτσες καλές από ξύλον αγριαπιδιάς και δέκα κατσίκας εγκύους.

Μα, Θύρσι, εσύ που τραγουδείς τα βάσανα του Δάφνι και πρόκοψες στο γλυκερό βουκολικό τραγούδι, έλα από κάτω απ' τη φτελιά κοντά μου να καθίσης, αγνάντια εκεί στον Πρίαπο κι αντίκρυ στις Νεράιδες πούνε τσοπάνικο σκαμνί, βελανιδιές το ησκιώνουν· κι αν τραγουδήσης ώμορφα σαν την ημέρα εκείνη που στο τραγούδι ενίκησες το Χρόμι απ' τη Λιβύα, μια γίδα διπλομάννα εγώ σου τάζω να σου δώσω να την αρμέξης τρεις φορές, πούχει τα δυο κατσίκια και πάντα την αρμέγουνε μέσα σε δυο καρδάρες.

Και σα μεγάλα σύγνεφα μυιγώνε σωρεφτώνε που πλημμυρούν την άνοιξη σε προβατήσα στάνη, 470 τότες που γύρω ξεχειλάει το γάλα στις καρδάρες, τόσοι στον κάμπο στέκουνταν κι' οι Δαναοί στους Τρώες αγνάντια, και δεν έβλεπαν την ώρα ναν τους σκίσουν.