United States or Iceland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο νέος τα έχασε και ηγνόει τι ώφειλε να πράξη, Η Αϊμά είχεν ανασηκωθή επί της κλίνης και εθεώρει με μεγάλους οφθαλμούς, βοηθεία του διπλού φέγγους, όπερ εισεχώρει διά της ανοικτής θύρας και διά της επωροφίου ρωγμής, τον Πρωτόγυφτον και τον Μάχτον, χωρίς να εννοή τι συνέβαινεν. Εν τοσούτω δε είχον αφυπνισθή υπό του συμβάντος θορύβου ο Βούγκος και η γραία Γύφτισσα.

Μίαν εσπέραν, καθώς είχα κατεβάσει τα γίδια μου κάτω εις τον αιγιαλόν, ανάμεσα εις τους βράχους, όπου εσχημάτιζε χιλίους γλαφυρούς κολπίσκους και αγκαλίτσες το κύμα, όπου αλλού εκυρτώνοντο οι βράχοι εις προβλήτας και άλλου εκοιλαίνοντο εις σπήλαια· και ανάμεσα εις τους τόσους ελιγμούς και δαιδάλους του νερού, το οποίον εισεχώρει μορμυρίζον, χορεύον με ατάκτους φλοίσβους και αφρούς, όμοιον με το βρέφος το ψελλίζον, που αναπηδά εις το λίκνον του και λαχταρεί να σηκωθή και να χορεύση εις την χείρα της μητρός που το έψαυσεκαθώς είχα κατεβάσει, λέγω, τα γίδια μου διά ν' «αρμυρίσουν» εις την θάλασσαν, όπως συχνά εσυνήθιζα, είδα την ακρογιαλιάν που ήτον μεγάλη χαρά και μαγεία, και την «ελιμπίστηκα», κ' ελαχτάρησα να πέσω να κολυμβήσω.

Αν η οικοδέσποινα εκάμπτετο ευθύς και ήνοιγε το έν θυρόφυλλον, η γραία εστήριζε τον ύβον της ως μοχλόν επ' αυτού, μετεχειρίζετο ως αντηρίδα την βακτηρίαν της και εισεχώρει εις την οικίαν. Τούτου καταργουμένου, μετέβαινε και εγκαθιδρύετο παρά την εστίαν, μεθ' όλους τους μορφασμούς της οικοδεσποίνης. Τότε αύτη τη έδιδε τεμάχιον άρτου. — Τι να το κάμω ψωμί μοναχό; έγρυζεν η γραία.

Εκείνη, ήκουεν, όπως θα ήκουε τον ήχον αυλού ελληνικού ή κιθάρας, μουσικήν αλλόκοτον ήτις εισεχώρει εις τα ώτα της, έφλεγε το αίμα της και επλήρου την καρδίαν της με αδυναμίαν, με φόβον ως και με υπερφυά χαράν. Η Λίγεια ύψωσε προς τον Βινίκιον τα βλέμματά της ως να εξύπνα εξ ονείρου.