United States or Maldives ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ομοίως δε εις μεν την νεότητα ένεκα της θρέψεως διάκεινται καθώς οι μεθυσμένοι, και είναι ηδονικόν η νεότης, ενώ οι εκ φύσεως μελαγχολικοί έχουν ανάγκην πάντοτε ιατρείας. Διότι το σώμα των από την κράσιν είναι ως να δαγκώνεται, και πάντοτε ευρίσκονται εις σφοδρούς πόθους, την δε λύπην την εκδιώκει όχι μόνον η αντίθετος ηδονή, αλλά και οποιαδήποτε άλλη, αρκεί να είναι ισχυρά.

Αυτός, από ξένους και αδιαφόρους, μας καθιστά οικείους και φίλους, αυτός μας επιβάλλει τας μεταξύ μας συναναστροφές, όπως αυτήν εδώ, πρωτοστατών εις εορτάς, εις χορούς, εις θυσίας· πραότητα μεν πορίζων, αγριότητα δ' εξορίζων φιλόδωρος ευμενείας, άδωρος δυσμενείας· γεμάτος καλωσύνην διά τους αγαθούς, θεατός εις τους σοφούς, αγαπητός εις τους θεούς· ποθητός εις τους αμοιρούντας, πολύτιμος εις τους ευμοιρούντας· τρυφής, αβρότητος, χλιδής, χαρίτων, ιμέρου, πόθου πατήρ· φροντίζων διά τους αγαθούς, παραμελών τους κακούς· εις τας λύπας μας, εις τους φόβους μας, εις τους πόθους μας, εις τους λόγους μας οδηγός, βοηθός, παραστάτης και πατήρ άριστος, όλων εν γένει θεών και ανθρώπων στόλισμα, ηγεμών ωραιότατος και αγαθώτατος, τον οποίον κάθε άνθρωπος πρέπει ν' ακολουθή με ψαλμούς και δεήσεις ανταξίας, λαμβάνων τοιουτοτρόπως μέρος εις το λαμπρόν άσμα το οποίον αυτός ψάλλει θέλγων όλων των θεών και των ανθρώπων την διάνοιαν.

Πρέπει να θέλει κανείς εκείνο που μπορεί και να μη φουσκώνει τα μυαλά του με ονείρατα και στείρους πόθους μεγαλείων που δε γίνονται. Πρέπει να ξεκαθαρίζει κανείς το τι θέλει. Τα ονείρατα κ' οι υπερβολικοί πόθοι παραλύουν και τον άνθρωπο και τα έθνη. Αν γίνει πάλι άξιο το έθνος, είναι δική του πάλι αργότερα και η Πόλη, και η Ανατολή και ό,τι άλλο θέλει.

Οσάκις ηρωτάτο δι' ελπίδας και πόθους και κληρονομιάς, ανέβαλλε πάντοτε να δώση οριστικήν απάντησιν και έλεγεν ότι όλα αυτά θα γίνουν όταν θελήσω εγώ και ο Αλέξανδρος ο προφήτης μου δεηθή και ευχηθή διά σας. Είχε δε ορισθή και τιμή δι' έκαστον χρησμόν δραχμή μία και δύο οβολοί.

Διά τούτο επήρα εις το πλοίον τρόφιμα πολλά και νερόν αρκετόν, παρέλαβα δε και πεντήκοντα φίλους και ομηλίκους, έχοντας τους αυτούς πόθους• προσέτι επρομηθεύθην πολυάριθμα όπλα, διά της υποσχέσεως δε μεγάλου μισθού ευρήκα ένα άριστον κυβερνήτην και το πλοίον, το οποίον ήτον ελαφρόν σκάφος, επεσκεύασα, ώστε ν' αντέχη εις μακρόν και επικίνδυνον ταξείδιον.

Αν με την ψυχή των βιβλίων ή με τη δική τους ψυχή θα έδιωχναν τον καταχτητή. Φτάνει να τον διώξουνε. Το είχε κ' εκείνη μεγάλο μαράζι. Τόσα χρόνια μέσα στην οικογένεια ρούφηξε στο αίμα της όλους τους πόθους και τα όνειρά της. Εστέναξε και δάκρυσε με τον άντρα της στα χρόνια της σκλαβιάς.

Εγώ με το τραγούδι μου Να διαλαλήσω θέλω Τα εξωτικά, τα ηλιόβλεφτα Τα ολόφαντά σου κάλλη, Οπού τους πόθους μου ξυπνούν Κι' ανοίγουν μου τα μάτια Και βλέπουν μέσ' 'ς τα κάλλη σου Άλλων βουνώνε κάλλη. Νάξερες, ώμορφο βουνό, Τι μου θυμίζει εμένα Ένα κεδρί, ένας πεύκος σου Μια ρεμματιά, μια βρύσις; Νάξερες πως ξαφνιάζομαι Και πως αιτιολογούμαιτης άγριάς σου Βαλανιδιάς Το μυστικό μουρμούρι.

Να τη βλέπουν να ταρναρίζη ορθοβύζα τα στήθια, να τρεμουλιάζη τα μαστάρια πλαδαρά· να σιγοκλή ηδονικά, φλογισμένα τα βλέφαρα· να λυγίζη τη μέση, να κολπώνη την κοιλιά, να προβάλη με λύσα τα λαγαρά· να προκαλή τον καημό, λάδι να ρίχνη στη φωτιά· νανάβη τους γλυκούς τους πόθους, με τα ολοζώντανα, σπαρταριστά, ξετσίπωτά της κουνήματα.

Τότες τ' απάντησε ο γοργός γιος του Πηλιά και τούπε «Τι ήρθες, αδρέφι μου, κι' εδώ τους πόθους της καρδιάς σου μου παραγγέλνεις; Έννια σου, όπως ζητάς κι' ορίζεις, 95 τα πάντα θα βολέψω εγώ και σ' όλα θα σ' ακούσω. Μόνε κοντά μου ζύγωσε... Αχ έλα αγκαλιασμένοι μια στάλα να χορτάσουμε φαρμακερό καν κλάμαΣαν έτσι τούπε, κι' άπλωσε τα χέρια δίχως όμως να πιάσει.

ΠΕΤ. Παύσε, Μίδα νεώτερε, να χρυσολογής• διότι το όνειρόν σου πολύ ομοιάζει με τους πόθους εκείνου και μου φαίνεται ότι από τον ύπνον σου επέρασαν ολόκληρα μεταλλεία χρυσού. ΜΙΚ. Είδα πολύ χρυσάφι, Πυθαγόρα, πολύ, και δεν φαντάζεσαι πόσον ήτο ωραίον και πόσον έλαμπε.